Happiness depends upon Ourselves
   
  alexmandis
  ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ - Περί Του Σωκράτους Δαιμονίου
 
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ


ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΙΟΥ
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΙ ΤΟΥ ΕΝ ΔΕΛΦΟΙΣ
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗ ΧΡΑΝ ΕΜΜΕΤΡΑ ΝΥΝ ΤΗΝ ΠΥΘΙΑΝ




ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΜΑΝΤΙΚΗ

Όταν το μαντείο των Δελφών έδωσε για λογαριασμό του το χρησμό πως είναι ο σοφότερος των ανθρώπων, εκείνος απόρησε, γιατί δε θεωρούσε τον εαυτό του σοφό. Ο Σωκράτης λοιπόν, που ανάλωσε τη ζωή του στο λόγο και στη διαλεκτική και βοήθησε τους συμπολίτες του να απαλλαγούν από την άγνοια για την άγνοιά τους, δηλώνει ισόβιος λάτρης του θεού και πειθήνιος ακροατής μιας φωνής που, δίχως να ξέρει πώς ακριβώς, τον καθοδηγούσε και τον απέτρεπε από ενέργειες που θα τον στοίχιζαν.


ΔΑΙΜΟΝΕΣ

Η έννοια του δαίμονα υπήρχε στην Ελλάδα από την εποχή του Ομήρου, αλλά δεν έπαιζε σημαντικό ρόλο στην επίσημη λατρεία. Για τον Πλάτωνα οι δαίμονες είναι ενδιάμεση, μεταξύ των ανθρώπων και των θεών, κατηγορία όντων. Ο ρόλος τους είναι να μεταφέρουν στους ανθρώπους τις οδηγίες, τις συμβουλές, τις προσταγές, τις χάρες των θεών και, αντίστροφα, ( να μεταφέρουν ) στους θεούς τις προσευχές και τις προσφορές των ανθρώπων. Αποτελούν σύνδεσμο του ουρανού με τη γη, γιατί οι ίδιοι οι θεοί δεν αναμιγνύονται με τους ανθρώπους. Η μαντική, η μαγεία, τα όνειρα, τα οράματα όλα σχετίζονται με τους δαίμονες.
Οι κακοί δαίμονες ήταν υπεύθυνοι για τη διαστροφή μύθων, λατρειών και τελετουργιών, οι οποίες στην πρώτη αρχή τους είχαν προέλθει από έναν θεό. Ο άνθρωπος έπρεπε, συνεπώς, να κάνει διάκριση ανάμεσα στην αλήθεια και τη διαστροφή της. Ο Ησίοδος πίστευε πως υπήρχαν τέσσερα είδη όντων : θεοί, δαίμονες, ήρωες και άνθρωποι. Οι βαθμίδες αυτές της ύπαρξης δεν είναι κλειστές : ένας άνθρωπος μπορεί να γίνει ήρωας, δαίμονας, θεός.




ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΙΟΥ


ΚΕΙΜΕΝΟ

Νομίζω ότι όσοι είναι κάπως οκνηρότεροι στο πνεύμα μένουν ικανοποιημένοι στην έρευνά τους, αν πληροφορηθούν τα κύρια σημεία και την έκβαση των γεγονότων. Εκείνον, όμως, ο οποίος είναι φιλότιμος και φιλόκαλος παρατηρητής των πράξεων που έχουν διαπραχθεί από την αρετή σαν από υψηλή τέχνη, τον ευφραίνουν περισσότερο οι λεπτομέρειες : γιατί η έκβαση μιας πράξης έχει πολλά κοινά στοιχεία με την τύχη, ενώ οι αιτίες και οι λεπτομέρειές της έχουν η καθεμιά τον ιδιαίτερό τους χαρακτήρα. Η λογική παλεύει με τις περιστάσεις και το πάθος.
Δεν είναι εύκολο σε κάποιον, ο οποίος δεν περιόρισε την τάση του να αγαπά το κέρδος, να υπερνικήσει φαύλα κέρδη και μεγάλες ωφέλειες ۠ αλλά η φιλοκέρδειά του, αναθρεμμένη να ορμάει ακώλυτα προς το κέρδος στις περιπτώσεις που επιτρέπεται, γεμίζει από μεγάλη επιθυμία να αδικήσει και μόλις και με δυσκολία συγκρατείται από την απληστία. Ο άνθρωπος, όμως, ο οποίος δεν παραδίδει τον εαυτό του στις ευεργεσίες των φίλων και στις δωρεές των βασιλιάδων, αλλά αρνείται ακόμη και την εύνοια της τύχης και παραμερίζει την αγάπη του για τα πλούτη που εφορμά πάνω του όταν φανεί κανένας θησαυρός, δε διεγείρεται προς την αδικία, ούτε και αναστατώνει τη διάνοιά του, αλλά αξιοποιεί με άνεση τον εαυτό του για την επίλυση του καλού, έχοντας υψηλό φρόνημα για τον εαυτό του και συνείδηση των πραγμάτων που είναι κάλλιστα για την ψυχή του.




ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΙ ΤΟΥ ΕΝ ΔΕΛΦΟΙΣ


ΚΕΙΜΕΝΟ

Είπε λοιπόν ο Ευριπίδης στον Αρχέλαο : « Δε θέλω, φτωχός εγώ, σε άνθρωπο που έχει πλούτη δώρο να του κάνω, μην τύχει και με πάρεις για ανόητο ή φανώ πως δίνοντας ζητώ ».
Ο Απόλλωνας αφιέρωσε ένα Ε στο ναό του στους Δελφούς φτιαγμένο από ξύλο. Ο Λαμπρίας λέει για το Ε : « το Ε έχει αριθμητική σημασία και εκφράζει τον αριθμό 5, επειδή οι πρώτοι σοφοί ήταν στην πραγματικότητα 5 και όχι 7 : ο Χίλων, ο Θαλής, ο Σόλων, ο Βίας και ο Πιττακός. Οι άλλοι δύο, ο Κλεόβουλος και ο Περίανδρος, δεν άξιζαν τον τίτλο του σοφού, αλλά τον απέκτησαν με πλάγια μέσα ».
Ο ιερέας Νίκανδρος υποστηρίζει : το γράμμα Ε, με την προφορά του ως [ ει ], αντιπροσωπεύει τις ερωτήσεις αυτών που ζητούν χρησμό από το μαντείο ( = ερωτηματικό εỉ ). Επειδή λοιπόν η φιλοσοφία σχετίζεται με την αλήθεια και φως της αλήθειας είναι η απόδειξη και αρχή της απόδειξης είναι ο υποθετικός λόγος, είναι εύλογο που η δύναμη, η οποία συνέχει και παράγει τον υποθετικό λόγο, αφιερώθηκε από άνδρες σοφούς στο θεό και προπάντων αγαπά την αλήθεια ».
Η αληθινή λύση του προβλήματος για το συγγραφέα δίνεται από τον Αμμώνιο. Το Ε δεν αντιπροσωπεύει κανένα από τα πράγματα που ανέφεραν νωρίτερα οι νέοι. Ο Αμμώνιος, θεωρώντας και αυτός ότι το γράμμα αντιπροσωπεύει ήχο [ ει ], υποστηρίζει ότι το Ε συμβολίζει το β` ενικό πρόσωπο ( = εỉ ) του ενεστώτα της οριστικής του ρήματος εỉμι ( = είσαι, υπάρχεις ). Πρόκειται για ένα χαιρετισμό αντάξιο προς το θεό.




ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗ ΧΡΑΝ ΕΜΜΕΤΡΑ ΝΥΝ ΤΗΝ ΠΥΘΙΑΝ


ΚΕΙΜΕΝΟ

Ο Διογενιανός θέτει ένα καινούργιο ζήτημα : για ποιο λόγο οι χρησμοί της Πυθίας είναι τις περισσότερες φορές τόσο κακότεχνοι, ενώ υποτίθεται ότι αυτή εμπνέεται από τον ίδιο το θεό της μουσικής, τον Απόλλωνα. Ο Σαραπίωνας υποστηρίζει ότι δεν είναι άτεχνοι οι χρησμοί, αλλά ότι η δική μας πλανεμένη αισθητική τους βρίσκει άτεχνους. Ο Σαραπίωνας λέει : « Είναι προς τιμήν του θεού και της Πυθίας η απλότητα των χρησμών που αντιτίθεται στην πολυτέλεια και τη μαλθακότητα της ανθρώπινης αισθητικής ».
Ο Διογενιανός απορεί : για ποιο λόγο παρατηρείται παρακμή στην ποιότητα των χρησμών, η οποία διαφαίνεται προπάντων στο γεγονός ότι οι χρησμοί δε δίνονταν πια σε μέτρο αλλά σε πεζό λόγο. Απαντώντας ο Φιλίνος, είπε : « Ούτε και για τη φιλοσοφία απελπιζόμαστε ότι δήθεν χάθηκε και υπέστη ολοκληρωτική φθορά, επειδή πρώτα οι φιλόσοφοι εξέφραζαν τις απόψεις και τους λόγους τους σε ποιήματα, έπειτα όμως έπαψαν και εξακολουθούν να μη χρησιμοποιούν το στίχο. Ούτε και η αστρονομία έγινε λιγότερο ένδοξη, επειδή ο κύκλος του Αρίσταρχου και του Ίππαρχου γράφανε σε πεζό λόγο, ενώ νωρίτερα ο Εύδοξος, ο Ησίοδος και ο Θαλής έγραψαν έμμετρα. Μια αλλαγή δεν εξυπακούεται και παρακμή ».
Ο Θέωνας πήρε το λόγο και είπε : « Οι νόμοι, με τους οποίους ρύθμισε το πολίτευμα των Λακεδαιμονίων ο Λυκούργος, του δόθηκαν σε πεζό λόγο. Ο Ηρόδοτος, ο Φιλόχορος και ο Ίστρος κατέγραψαν αναρίθμητους χρησμούς που δε διαθέτουν μέτρο, αν και αγωνίστηκαν με ζήλο να συγκεντρώσουν προπάντων τους έμμετρους χρησμούς. Από την άλλη, ορισμένοι χρησμοί ακόμη και τώρα εκφέρονται σε μέτρο ».
Νομίζω ότι γνωρίζετε αυτό που είπε ο Ηράκλειτος, ότι δηλ. « ο βασιλιάς που κατέχει το μαντείο των Δελφών ούτε λέει, ούτε κρύβει τίποτα, αλλά δίνει σημάδια ». Γιατί ο θεός, πράγματι, μας δείχνει και μας φανερώνει τις σκέψεις του, αλλά τις φανερώνει ανακατεμένες με ένα σώμα θνητό και μια ψυχή ανθρώπινη. Ο ενθουσιασμός μοιάζει να είναι μίξη δύο κινήσεων, μιας ( κίνησης ) που σχετίζεται με την κίνηση της ψυχής, καθώς αυτή υφίσταται μια επίδραση και μιας ( κίνησης ) που σχετίζεται με την ίδια της τη φύση. Γιατί είναι αδύνατο να κινήσεις σφαιρικά ένα κύλινδρο ή κυβικά ένα κώνο, ούτε μπορείς να παίξεις μια λύρα όπως έναν αυλό ή μια σάλπιγγα όπως μια κιθάρα, αλλά, καθώς φαίνεται, είναι το ίδιο πράγμα το να χρησιμοποιήσεις κάθε ένα πράγμα σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και να το χρησιμοποιήσεις σύμφωνα με τη φύση του.
Εμείς τώρα πιστεύουμε ότι ο θεός, όταν είναι να δώσει σημάδι, χρησιμοποιεί τη φωνή των ερωδιών, των τροχίλων και των κοράκων, και δεν έχουμε την αξίωση, από τη στιγμή που αυτά τα πτηνά γίνονται αγγελιαφόροι και κήρυκες των θεών, να εκφράζουν το καθετί με τρόπο λογικό και σοφό. Αξιώνουμε, όμως, η φωνή και ο λόγος της Πυθίας, σα να παίζει τραγωδία σε θέατρο, να προσφέρει τον εαυτό του όχι άνοστο και λιτό αλλά σε μέτρο, μεγαλόπρεπο, με εικόνες και μεταφορές λέξεων και με τη συνοδεία αυλού.
Αν στο παρελθόν πολλοί χρησμοί δίνονταν έμμετρα, είναι γιατί εκείνη η εποχή – η κλασική εποχή – είχε την τύχη να διαθέτει πολλές ψυχές με τάση προς την ποίηση και με μια έμφυτη μουσικότητα. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι και σε άλλα πεδία οι σκέψεις των ανθρώπων εκφράζονταν σε στίχο. Στη σύγχρονη εποχή τέτοιες ψυχές εξέλιπαν.
Αλλά και αν ακόμη εξετάσουμε το ζήτημα από τη σκοπιά του θεού και της πρόνοιάς του, θα δούμε ότι η μεταβολή υπήρξε προς το καλύτερο. Γιατί η χρήση του λόγου μοιάζει με την κυκλοφορία του νομίσματος : κριτήριο αποδοχής του αποτελεί η συνήθεια και η οικειότητα με αυτό, ενώ λαμβάνει σε κάθε εποχή και άλλη αξία. Υπήρξε λοιπόν μια εποχή κατά την οποία σα νομίσματα του λόγου χρησιμοποιούσαν τους στίχους, τις μελωδίες και τα τραγούδια, μεταφέροντας σε ποίηση και μουσική όλη την ιστορία και τη φιλοσοφία, κάθε πάθος τους και κάθε ζήτημα, το οποίο έπρεπε να εκφραστεί σε υψηλότερο ύφος. Εξαιτίας της ικανότητάς τους για ποίηση οι περισσότεροι μιλούσαν με παρρησία, έλεγαν μύθους και παροιμίες και συνέθεταν ύμνους στους θεούς, προσευχές, παιάνες σε μέτρα και μελωδίες. Έτσι και ο θεός δε στερούσε τη μαντική από στολίδια και χάρη, αλλά τους ενέπνεε εικόνες και ενθάρρυνε τη μεγαλοπρέπεια ως κάτι ταιριαστό και θαυμαστό.
Όταν, όμως, ο τρόπος ζωής άλλαξε μαζί με τις τύχες και τις φύσεις των ανθρώπων, αυτοί – και σωστά έκαναν – συνήθισαν να καλλωπίζονται αντίθετα προς την πολυτέλεια, με απλότητα και θεώρησαν την αφέλεια και τη λιτότητα στο στολισμό ανώτερη από τη μεγαλοπρέπεια και την υπερβολή. Με τον ίδιο τρόπο αλλάζοντας μαζί και ο λόγος απογυμνώθηκε ( από τα στολίδια του ), ενώ η ιστορία κατέβηκε από τους στίχους σαν από όχημα και με τη βοήθεια του πεζού λόγου ξεχώρισε την αλήθεια από το μύθο. Η φιλοσοφία πάλι, υιοθετώντας περισσότερο τη σαφήνεια και τη διδακτικότητα παρά την έκπληξη, άρχισε να κάνει τις αναζητήσεις της μέσω του πεζού λόγου. Αφαιρώντας λοιπόν από τους χρησμούς τους στίχους και τις δύσκολες λέξεις, τις περιφράσεις και την ασάφεια, την προετοίμασε να διαλέγεται με όσους ζητούν χρησμό, όπως διαλέγονται οι νόμοι με τις πόλεις, όπως οι βασιλιάδες συνομιλούν με το λαό και οι μαθητές ακούνε τους δασκάλους του. Έτσι ο θεός προσαρμόστηκε ώστε να γίνεται κατανοητός και πιστευτός. Οι περισσότεροι κατανόησαν ότι η ποίηση ανακάτευε την ασάφεια και το σκοτάδι στα αποκαλυπτόμενα και υποψιάζονταν πια ότι οι μεταφορές, τα αινίγματα και οι αμφισημίες είχαν δημιουργηθεί ως μυχοί στα καταφύγια, στα οποία μπορούσε να κρύβεται και να αναχωρεί η μαντική σε περίπτωση σφάλματος.
Δε θα παραξενευόμουν, βέβαια, αν τα παλιά χρόνια υπήρχε ανάγκη να καταφεύγουν στην αμφιλογία, την πλάγια διατύπωση και την ασάφεια. Πόλεις με μεγάλη δύναμη και βασιλείς και τύραννοι με μεγάλες φιλοδοξίες έρχονταν να ρωτήσουν το θεό για σημαντικά ζητήματα. Και δε συνέφερε καθόλου τους υπεύθυνους του μαντείου να στενοχωρήσουν αυτούς τους ανθρώπους και να τους εξοργίσουν, βάζοντάς τους να ακούσουν με δυσφορία πολλά πράγματα αντίθετα με τις ελπίδες τους. Αλλά ο θεός, μια και χρησιμοποιεί θνητούς υπηρέτες και προφήτες, ταιριάζει να τους φροντίζει και να τους προφυλάγει για να μην αφανιστούν, τη στιγμή που υπηρετούν το θεό, από ανθρώπους πονηρούς. Επειδή, όμως, από την άλλη δεν ήθελε και να αποκρύψει και την αλήθεια, αφαιρούσε από αυτήν την τραχύτητα και τη σκληρότητά της.
Και όπως ακριβώς τα παλιά χρόνια υπήρχαν εκείνοι οι οποίοι κατηγορούσαν τη λοξότητα και την ασάφεια των χρησμών, έτσι και τώρα υπάρχουν αυτοί που συκοφαντούν τη μεγάλη τους απλότητα.
Στο μαντείο των Δελφών, στον πρόναο του ναού, ήταν γραμμένα τα ρητά : « γνώθι σ` αυτόν » και « μηδέν άγαν ».-














 
  Today, there have been 27 visitors (156 hits) on this page! alex mandis  
 
Happiness depends upon Ourselves This website was created for free with Own-Free-Website.com. Would you also like to have your own website?
Sign up for free