Navigation |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - Ηθικά Νικομάχεια |
|
|
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ
1. ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Όταν ο Αριστοτέλης ( 384 – 322 π.Χ.) πέθανε στη Χαλκίδα, οι Σταγειρίτες έφεραν πίσω στην πατρίδα τους το σώμα του, έστησαν βωμό πάνω στον τάφο που του έκαναν, ονόμασαν τον τόπο αυτό ``Αριστοτέλειον`` και εκεί συγκαλούσαν τη βουλή τους. Στον ίδιο αυτό τόπο οι κάτοικοι των Σταγείρων πήγαιναν και όταν ήθελαν να βρουν την ψυχική τους γαλήνη και του πνεύματός τους την ηρεμία. Πίστευαν πως τα λείψανα του Αριστοτέλη τους καθάριζε το νου, τους έκανε οξύτερη την κρίση και τους βοηθούσε να καταλαβαίνουν με μεγαλύτερη ευκολία.
Στην Αθήνα, τον τόπο που δέχτηκε τον Αριστοτέλη στην πιο όμορφη ηλικία της ζωής του, ο γόνος των Σταγείρων έζησε πάνω από τα μισά από τα χρόνια που καλύπτουν τη φιλοσοφική του δραστηριότητα ۠ πολίτης Αθηναίος όμως δεν έγινε ποτέ. Οι δεσμοί του με τη Μακεδονία , παρόλο που σήμαιναν γι` αυτόν έναν μόνιμο κίνδυνο – έναν κίνδυνο που έγινε άμεση απειλή για τη ζωή του ύστερα από το θάνατο του Αλέξανδρου – δε διακόπηκαν ποτέ.
Ο πατέρας του λεγόταν Νικόμαχος και ήταν γιατρός στην αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα του Γ’. Τα βιβλία της βιβλιοθήκης του πατέρα του τα ιατρικά βιβλία, είχαν από πολύ νωρίς γοητεύσει το μικρό Αριστοτέλη. Όπως ο Πλάτωνας, έτσι και ο μεγάλος γιατρός Ιπποκράτης μπορεί να ονομαστεί δάσκαλος του Αριστοτέλη.
Δεκαεφτά χρονών ήταν ο γιος του Ασκληπιού Νικόμαχου – ορφανός από χρόνια από πατέρα – όταν έφτασε στην Αθήνα στα 367 π.Χ. να σπουδάσει στην Ακαδημία, τη σχολή του Πλάτωνα. Όταν πρωτοέφτασε ο Αριστοτέλης στην Αθήνα, ο Πλάτωνας είχε πριν από λίγο αναχωρήσει για τη Σικελία ( ήταν το δεύτερο από τα τρία ταξίδια που επιχείρησε στην περιοχή εκείνη του ελληνισμού ). Η Ακαδημία του Πλάτωνα δεν ήταν απλώς μια σχολή, αλλά ήταν το σημείο συνάντησης σημαντικών λογίων της εποχής, που όλοι μαζί, συζητώντας, προωθούσαν την επιστημονική έρευνα. Ένας τέτοιος λόγιος που είχε την τύχη να γνωρίσει ο Αριστοτέλης ήταν ο Εύδοξος από την Κνίδο. Ο επιστήμονας Εύδοξος είναι μια από τις πιο προικισμένες προσωπικότητες της αρχαιότητας. Ήταν μαθηματικός, αστρονόμος και γεωγράφος, και ο Πλάτωνας δε δίστασε καθόλου να του εμπιστευθεί κατά τη διάρκεια της απουσίας του τη διεύθυνση της σχολής του. Δίπλα στον Εύδοξο ο Αριστοτέλης γνώρισε βέβαια και άλλες πολύ σημαντικές προσωπικότητες.
Η επιστροφή του Πλάτωνα στην Αθήνα έγινε μόλις δύο χρόνια αργότερα. Ο Πλάτωνας είχε πια περάσει τα 60, ενώ ο Αριστοτέλης μόλις πλησίαζε τα 20. Ο έμπειρος δάσκαλος δε χρειάστηκε πολύ για να διακρίνει με τι αρετές ήταν προικισμένος ο νεαρός μαθητής του. Αυτό βέβαια που θαύμασε περισσότερο ήταν η οξύνοιά του.
Είκοσι χρόνια έμεινε ο Αριστοτέλης στην Ακαδημία. Μετά τη συμπλήρωση των βασικών σπουδών του κύριο έργο του είχε πια την επιστημονική έρευνα και τη διδασκαλία, τη διδασκαλία στην Ακαδημία. Ο Αριστοτέλης αισθανόταν συχνά την ανάγκη να κάνει σαφέστερη τη διδασκαλία του με παραδείγματα. Επέμενε πολύ στις απόψεις του και συχνά ερχόταν σε σύγκρουση με τους συναδέλφους του, γι` αυτό άλλωστε είχε λίγους φίλους και πολλούς εχθρούς.
Το Μάιο του 347 π.Χ. η Ακαδημία έκλαψε την απώλεια του ιδρυτή της : ο Πλάτωνας πέθανε σε ηλικία των 80 χρονών. Αμέσως μετά ο Αριστοτέλης εγκατέλειψε και την Ακαδημία και την Αθήνα. Η κατάληψη της Ολύνθου από το Φίλιππο στα 349 π.Χ. είχε, πράγματι, ανεβάσει πολύ ψηλά τον αντιμακεδονικό πυρετό στην Αθήνα. Η πολιτική άνοδος του Δημοσθένη, του έτοιμου για πόλεμο αρχηγού αντιμακεδονικού κόμματος, ήταν συνέπεια του υψηλού αυτού πυρετού. Και φυσικά η ζωή δεν ήταν πια καθόλου εύκολη στην Αθήνα για έναν Μακεδόνα που οι σχέσεις του με τη βασιλική αυλή της Μακεδονίας ήταν γνωστές, που οι Αθηναίοι τον θεωρούσαν κιόλας πράκτορα του βασιλικού αυτού οίκου και που, στο κάτω κάτω, είχε στην Αθήνα περισσότερους εχθρούς παρά φίλους.
Με πρόσκληση του φίλου του Ερμία, του τυράννου του Αταρνέα, ο Αριστοτέλης πήγε και εγκαταστάθηκε στην Άσσο, μια πόλη στην παραλία της Μ. Ασίας απέναντι από τη Λέσβο. Στην Άσσο τα ενδιαφέροντα του φιλόσοφου στράφηκαν προς νέους στόχους : ανακάλυψε τον κόσμο των ζώων και των φυτών. Όλα σχεδόν τα φυσιογνωστικά έργα του είναι καρπός αυτής της περιόδου – ανάμεσα στα άλλα έργα έγραψε και το « Περί ψυχής ».
Στην Άσσο ή στη Μυτιλήνη, όπου εγκαταστάθηκε λίγο αργότερα, ο Αριστοτέλης είχε την ευκαιρία να συναντήσει έναν νέο που έγινε από τότε ο πιο πιστός μαθητής και συνεργάτης του : τον Θεόφραστο. Τη συνεργασία τους τη σταμάτησε μόνο ο θάνατος του Αριστοτέλη.
Εγκατεστημένος στη Μακεδονία ο Αριστοτέλης ανέλαβε, με πρόσκληση του βασιλιά Φιλίππου, την αγωγή του Αλέξανδρου. Στη Μακεδονία ο φιλόσοφος έμεινε ως το 335 π.Χ. Το κλίμα που επικρατούσε τώρα στην Αθήνα ευνοούσε την επάνοδό του εκεί. Συνοδευμένος λοιπόν από τον Θεόφραστο ξαναγύρισε στην Αθήνα. Εκεί συνέχισε τις έρευνές του ۠ μαζί φυσικά και τη διδασκαλία του, όχι όμως πια στην Ακαδημία, που τη διηύθυνε τώρα ο Ξενοκράτης, αλλά στο Λύκειο, το δημόσιο γυμναστήριο στο Λυκαβηττό, όπου δίδασκαν συνήθως ρήτορες και σοφιστές.
Δώδεκα χρόνια έζησε τη δεύτερη αυτή φορά ο Αριστοτέλης στην Αθήνα. Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος συνθέτει τώρα τα « Πολιτικά » και τα « Ηθικά Νικομάχεια ». Η ζωή στην Αθήνα τώρα δεν ήταν δύσκολη ۠ ώσπου στα 323 π.Χ. έφτασε η είδηση πως πέθανε ο Αλέξανδρος. Ο Αριστοτέλης αισθάνεται πως η ζωή του βρισκόταν στον πιο μεγάλο κίνδυνο. Έτσι, ο φιλόσοφος εγκατέλειψε την Αθήνα και πήγε να ζήσει στην απέναντι Χαλκίδα, στο σπίτι που είχε εκεί από τη μητέρα του. Ο θάνατος βρήκε τον Αριστοτέλη εκεί την επόμενη χρονιά ( 322 π.Χ.).
Ήδη στην αρχαιότητα τα έργα του Αριστοτέλη χωρίζονταν σε δύο κυρίως ομάδες,
1. Την πρώτη την αποτελούσαν έργα με τα οποία ο Αριστοτέλης απευθυνόταν σε ένα πλατύτερο αναγνωστικό κοινό. Οι αρχαίοι ονόμαζαν τα έργα της ομάδας αυτής εξωτερικά έργα. Σήμερα δεν έχουμε από τα έργα αυτά του Αριστοτέλη παρά μόνο αποσπάσματα.
2. Τη δεύτερη ομάδα την αποτελούσαν τα έργα του Αριστοτέλη που μας σώθηκαν ολόκληρα. Όλα τους σχεδόν είναι τα χειρόγραφα που είχε ο Αριστοτέλης μαζί στις παραδόσεις του ۠ πολλά ήταν σημειώσεις στην πιο σύντομη μορφή, πρέπει επομένως να είχαν γραφεί για αποκλειστικά προσωπική χρήση, για να βοηθήσουν τη μνήμη του Αριστοτέλη την ώρα της παράδοσης. Έτσι, μεταφερόμαστε κι εμείς μέσα στην αίθουσα όπου δίδασκε ο μεγάλος δάσκαλος ۠ παύουμε στην πραγματικότητα να είμαστε αναγνώστες και γινόμαστε κι εμείς ακροατές του φιλόσοφου. Οι αρχαίοι ονόμαζαν τα έργα αυτά ακροαματικά ( εσωτερικά ) έργα.
2. ΓΙΑ ΤΑ ΗΘΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Με το όνομα του Αριστοτέλη έφτασαν ως εμάς τρία κυρίως έργα με ηθικό περιεχόμενο : τα Ηθικά Νικομάχεια, τα Ηθικά Ευδήμια και τα Ηθικά Μεγάλα. Το βασικό ερώτημα στο οποίο ο φιλόσοφος προσπαθεί να δώσει απάντηση στα τρία αυτά έργα του είναι : « Τι είναι το αγαθό; » = « Τι είναι η αρετή; »
Ο τίτλος Ηθικά Νικομάχεια προϋποθέτει ένα όνομα : Νικόμαχος. Αυτό ήταν το όνομα του πατέρα του Αριστοτέλη ۠ έτσι όμως λεγόταν και ένας γιος του Αριστοτέλη. Μάλλον το έργο πήρε τον τίτλο αυτό σε ανάμνηση του γιου του Αριστοτέλη που είχε πεθάνει νέος στον πόλεμο.
3. Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ
Ο Πρωταγόρας ( φίλος του Σωκράτη ) δίδασκε την ευβουλίαν, δηλ. την ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται σωστά για τις υποθέσεις του σπιτιού του και για τις υποθέσεις της πολιτείας. Την ίδια περίπου εποχή ένας άλλος μεγάλος φιλόσοφος, ο Δημόκριτος, χρησιμοποίησε αντίθετα τον όρο ευθυμία. Κατά τον Δημόκριτο η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στην ηρεμία του θυμικού, που δεν πρέπει να ταράσσεται ούτε από την υπερβολική φιλοδοξία ούτε από το φόβο μπροστά στα πράγματα που υπάρχουν επάνω ή κάτω στη γη. Ο Αθηναίος σοφιστής Δάμων, φίλος του Περικλή και δάσκαλός του στη μουσική, μιλούσε για την ευκοσμία, εννοώντας κυρίως την πειθαρχία του πολίτη, ενώ κάποιος σωκρατικός, πολεμώντας όλους αυτούς τους όρους, χρησιμοποίησε τον όρο ευτυχία, αφού κατ` αυτόν το παν εξαρτάται από την καλή τύχη του ανθρώπου.
Ο Αριστοτέλης ονομάτισε το « ακρότατον των πρακτών αγαθών » με τον όρο ευδαιμονία. Η λέξη σήμαινε αρχικά την εύνοια του δαίμονος, του θείου ۠ ο όρος αυτός βρισκόταν πολύ κοντά στον όρο ευτυχία, αφού όπως εκεί ( ενν. στην ευτυχία ), έτσι κι εδώ ( ενν. στην ευδαιμονία ) εννοείται κάτι που δεν το πετυχαίνει ο άνθρωπος διά εαυτού, αλλά κάτι που για να το αποκτήσει πρέπει να το ζητήσει με προσευχή από το Θεό. Η λέξη ευδαιμονία είχε μια περίεργη σημασιολογική εξέλιξη. Ήδη ο Ηράκλειτος, ο μεγάλος Εφέσιος σοφός που έζησε γύρω στο 500 π.Χ., είχε πει ότι : « δαίμων για τον άνθρωπο δεν είναι παρά ο χαρακτήρας του ». Το ίδιο είχε πει και ο Δημόκριτος : « είναι υπόθεση της ψυχής η ευδαιμονία και η κακοδαιμονία ». Όλα αυτά θέλουν να πουν πως αυτό ακριβώς που ο άνθρωπος περιμένει από το δαίμονα, από το θείον, το έχει στην πραγματικότητα μέσα στον ίδιο του τον εαυτό ۠ με άλλα λόγια : όλοι οι άνθρωποι επιζητούν την ευδαιμονία, μόνο όμως από τις δικές τους πράξεις εξαρτάται αν θα φτάσουν κάποτε ή όχι σ` αυτήν. Ευδαιμονία του ανθρώπου για τον Αριστοτέλη σημαίνει ενέργεια, όχι κατάσταση, και κυρίως ενέργεια της ψυχής με τους κανόνες της τέλειας αρετής.
Τρία είναι – δέχεται ο Αριστοτέλης – « τα εν ψυχή γινόμενα » : τα πάθη, οι δυνάμεις και οι έξεις. Αφού επομένως ένα από αυτά θα πρέπει, κατά το φιλόσοφο, να είναι η αρετή ۠ η προσπάθειά του από εδώ και πέρα θα είναι να δείξει ότι η αρετή δεν είναι ούτε « πάθος » ούτε « δύναμη ».
« Πάθη » λοιπόν ονομάζει ο Αριστοτέλης την επιθυμία, , την οργή, το φόβο, το θάρρος, το φθόνο, τη χαρά τη φιλία, το μίσος, τον πόθο, τη ζήλεια, την ευσπλαχνία, γενικά « οις έπεται ηδονή ή λύπη », όλα δηλ. όσα ακολουθούνται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια. Όλα αυτά θα ήταν τελικά ασήμαντα και ανύπαρκτα αν το κάθε συγκεκριμένο άτομο δεν είχε επίσης προικισθεί από τη φύση με τη « δύναμη », τη δυνατότητα μετοχής σ` αυτά. Η φύση επομένως μας κάνει ικανούς να μετέχουμε, με τα δικά του μάλιστα ο καθένας « ποσοστά », στα διάφορα επιμέρους πάθη. Ούτε και από αυτήν άρα την άποψη ( την άποψη των δυνάμεων ) χαρακτηρίζονται οι άνθρωποι – το κάθε συγκεκριμένο άτομο – καλοί ή κακοί. Έτσι, ο καθένας μας κρατάει μια ορισμένη στάση απέναντι στα πάθη, δηλ. από τη στιγμή που κρατάει σωστή ή όχι στάση απέναντι στα πάθη ۠ να λοιπόν από που έρχεται η λέξη « έξη » : από το θέμα του ρήματος έχω. Στο ερώτημα : « ποια είναι η σωστή και ποια η όχι σωστή στάση απέναντι στα πάθη » ο Αριστοτέλης θα απαντήσει πως : σωστό είναι το αντίθετο του σφοδρώς και του ανειμένως ۠ η λέξη που ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί για την περίπτωση αυτή είναι η λέξη μέσως.
Η μεσότητα για κάθε συγκεκριμένο άτομο είναι υποκειμενική και ξεχωριστή. Ο καθένας, μετά λόγου γνώσεως, αναζητεί για τον εαυτό του το δικό του « μέσο ». Αν λοιπόν έχεις αποφασίσει να « στοχάζεσαι » = να έχεις στόχο σου το μέσον ( αυτό πρέπει να κάνεις ) ۠ γιατί από τα δύο κακά το ένα είναι μεγαλύτερος εχθρός σου – εσύ ξέρεις ποιο – δηλ. θα πρέπει να μάθεις προς ποια πράγματα σε παρασέρνει η φυσική ροπή σου. Και να μη σ` ενοχλήσει τότε, που άλλοτε γέρνεις ( αποκλίνεις ) προς την πλευρά της υπερβολής και άλλοτε προς την πλευρά της έλλειψης ۠ είναι ο μόνος τρόπος να επιτύχεις κάποτε το μέσον.
Η αλήθεια είναι πως την αρετή δεν την είχε συλλάβει με αυτόν τον τρόπο κανένας πριν τον Αριστοτέλη. Η πλατωνική π.χ. σύλληψη της αρετής και του αγαθού ως ιδέα περιβαλλόταν με χαρακτηριστικά θεϊκά. Ο Αριστοτέλης λέει : « να χαιρόμαστε και να ευχαριστιόμαστε, να λυπούμαστε και να δυσαρεστούμαστε με αυτά που πρέπει ».
ΒΙΒΛΙΟ 1Ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΓΑΘΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ;
ΚΕΦ. 1
Κατά την κοινή αντίληψη, όλα όσα κάνει ο άνθρωπος αποβλέπουν σε κάποιο αγαθό. Εξού και ο ορισμός : αγαθό είναι αυτό που επιδιώκουν όλα τα πράγματα.
ΚΕΦ. 2
Το υπέρτατο για τον άνθρωπο αγαθό είναι το τέλος της πολιτικής τέχνης / επιστήμης.
ΚΕΦ. 3
Ο μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος πρέπει να ζητάει σε κάθε περιοχή έρευνας τόση ακρίβεια όση επιτρέπει η φύση του θέματος.
ΚΕΦ. 4
Το κορυφαίο αγαθό που μπορούν να πετύχουν με τις πράξεις τους οι άνθρωποι είναι η ευδαιμονία. Υπάρχει όμως ποικιλία απόψεων ως προς το τι είναι ακριβώς η ευδαιμονία.
ΚΕΦ. 5
Αγαθό είναι η ηδονή, η τιμή, ο πλούτος. Ένας άλλος τρόπος ζωής είναι ο αφιερωμένος στη σπουδή και στη μελέτη.
ΚΕΦ. 6
Εδώ γίνεται συζήτηση της πλατωνικής άποψης ότι υπάρχει μια Ιδέα του αγαθού.
ΚΕΦ. 7
Για να βρούμε την ουσία του υπέρτατου αγαθού θα πρέπει να προσδιορίσουμε το έργο του ανθρώπου ۠ δηλ. αν το έργο του ανθρώπου είναι κάποια ενέργεια της ψυχής σύμφωνη με το λόγο, και αν έργο του ανθρώπου θεωρούμε έναν ορισμένο τρόπο ζωής.
ΚΕΦ. 8
Ο ορισμός μας επιβεβαιώνεται από τις τρέχουσες αντιλήψεις για την ευδαιμονία.
ΚΕΦ. 9
Η ευδαιμονία είναι κάτι που αποκτιέται με τη σπουδή, με τον εθισμό ( ή με κάποια άλλη μορφή άσκησης ) ή μήπως έρχεται στον άνθρωπο σαν ένα είδος δώρου των θεών ή και της τύχης;
ΚΕΦ. 10
Μήπως δεν πρέπει κανέναν άνθρωπο να τον ονομάζουμε ευδαίμονα όσο ζει;
ΚΕΦ. 11
Μοιράζονται οι πεθαμένοι κάποιο καλό ή κακό με τους ζωντανούς;
ΚΕΦ. 12
Ο έπαινος είναι για την αρετή, η ευδαιμονία όμως είναι πέρα από τον έπαινο : είναι από τα πράγματα που αξίζουν την τιμή και το σεβασμό μας.
ΚΕΦ. 13
Οριστικοποίηση του ορισμού της ευδαιμονίας ως ενέργειας της ψυχής « κατ` αρετήν τελείαν ». Διαίρεση της ψυχής σε μέρη και διαίρεση των αρετών σε διανοητικές και ηθικές.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Κάθε τεχνική δεξιότητα και κάθε γνωστική δραστηριότητα, παρόμοια και κάθε πράξη και κάθε διαδικασία επιλογής και προτίμησης έχει για στόχο της κάποιο αγαθό. Όπου πέρα από τις πράξεις υπάρχουν και τέλη, στις περιπτώσεις αυτές τα έργα έχουν φυσικά μεγαλύτερη αξία από τις ενέργειες. Υπάρχουν πολλά τέλη ( αφού υπάρχουν πολλών ειδών πράξεις, τέχνες και επιστήμες ) ۠ το τέλος π.χ. της ιατρικής είναι η υγεία, της ναυπηγικής το πλοίο, της στρατηγικής η νίκη, της διαχείρισης του σπιτικού ο πλούτος.
2. Αν λοιπόν πράγματι υπάρχει κάποιο τέλος σε όλες τις πράξεις μας, είναι φανερό ότι αυτό το τέλος είναι το αγαθό, και μάλιστα το υπέρτατο αγαθό. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνουμε αποτελεσματικότερα το πρέπον.
Η πολιτική τέχνη / επιστήμη κατατάσσεται πρώτη στην ιεραρχική σειρά των τεχνών / επιστημών, αφού αυτή ορίζει ποιες τέχνες / επιστήμες πρέπει να καλλιεργούνται σε μια πόλη, με ποιες πρέπει να ασχολείται ο κάθε επιμέρους πολίτης και ως ποιο βαθμό ۠ βλέπουμε επίσης ότι οι διάφορες τέχνες / επιστήμες είναι υπο – κείμενες σ` αυτήν ( ενν. την πολιτική τέχνη / επιστήμη ), π.χ. η στρατηγική, η οικιακή διαχείριση, η ρητορική. Επομένως, αφού η πολιτική ορίζει με τους νόμους της τι πρέπει να κάνουμε και τι όχι, πρέπει να περιέχει τα τέλη όλων των άλλων τεχνών / επιστημών. Συμπέρασμα : αυτό το τέλος θα πρέπει να είναι το αγαθό για τον άνθρωπο.
3. Όπως υπάρχει ποικιλία γνωμών σχετικά με τις όμορφες και δίκαιες πράξεις, παρόμοια ποικιλία υπάρχει και στα αγαθά, για το λόγο ότι πολλοί έχουν βλαφτεί στο παρελθόν από αυτά ۠ υπήρξαν πράγματι άνθρωποι που καταστράφηκαν από τον πλούτο τους, όπως και άλλοι που καταστράφηκαν από την ανδρεία τους.
Ο κάθε άνθρωπος κρίνει σωστά τα πράγματα που γνωρίζει : αυτών των πραγμάτων είναι καλός κριτής. Αυτός που δε γνωρίζει και δεν έχει ειδικευτεί σε κάποιο συγκεκριμένο θέμα , αλλά έχει πάρει μια γενική μόρφωση, αυτός είναι ένας γενικότροπα καλός κριτής.
Ο νέος άνθρωπος, έχοντας την τάση να ακολουθεί τα πάθη του, ακούει μάταια και δίχως καμιά ωφέλεια αυτά τα μαθήματα, γιατί ο στόχος εδώ δεν είναι η γνώση αλλά η πράξη, όμοια είναι μάταια και γι` αυτόν που δεν έχει τη δύναμη να ελέγξει τον εαυτό του. Για τον άνθρωπο όμως που τις επιθυμίες και τις πράξεις του τις κατευθύνουν κάποιοι λογικοί κανόνες, η γνώση αυτών των πραγμάτων είναι εξαιρετικά ωφέλιμη.
4. « Ποιος είναι ο στόχος της πολιτικής τέχνης και επιστήμης και ποιο είναι το κορυφαίο όλων των αγαθών που μπορεί να πετύχει κανείς με τις πράξεις του »; Οι πιο πολλοί συμφωνούν μεταξύ τους : είναι η « ευδαιμονία ». Και ταυτίζουν με την « ευδαιμονία » την « καλή ζωή » και την « καλή πράξη / ενέργεια ». Για το τι είναι όμως η ευδαιμονία επικρατεί μεγάλη διχογνωμία και ο κόσμος ο πολύς δε δίνει στη λέξη το περιεχόμενο που της δίνουν οι σοφοί. Σε κάθε μας συλλογισμό πρέπει να ξεκινούμε από τα « γνωστά σε εμάς » και όχι από τα « γνωστά γενικά ».
5. Τρεις είναι οι κυριότεροι τρόποι ζωής : ένας όταν οι άνθρωποι προτιμούν τη ζωή των απολαύσεων ( την ηδονή ), ένας άλλος όταν η ζωή είναι στην υπηρεσία της πόλης ( την τιμή ) και ένας τρίτος όταν η ζωή είναι αφιερωμένη στη σπουδή και στη μελέτη.
α. Ο πιο πολύς κόσμος, οι πιο χοντροκομμένοι δηλ. άνθρωποι, φαίνεται ότι θεωρούν αγαθό και ευδαιμονία την ηδονή ۠ αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι αυτοί προτιμούν τη ζωή των απολαύσεων. Αυτοί έχουν τα χαρακτηριστικά των σκλάβων, καθώς δίνουν την προτίμησή τους σε έναν τρόπο ζωής που προσιδιάζει σε ζώα.
β. Οι έμπειροι διανοητές και οι άνθρωποι της πράξης δίνουν την προτίμησή τους στην τιμή ۠ αυτό είναι το τέλος της ζωής που βρίσκεται στην υπηρεσία της πόλης. Η τιμή όμως είναι κάτι που εξαρτάται πιο πολύ από αυτούς που την προσφέρουν παρά από αυτούς που τη δέχονται, το αγαθό όμως αισθανόμαστε ότι είναι κάτι προσωπικά δικό μας, κάτι που δύσκολα μπορεί να μας αφαιρεθεί. Την τιμή φαίνεται ότι την επιδιώκουν οι άνθρωποι για να βεβαιωθούν οι ίδιοι ότι είναι αγαθοί.
γ. Τρίτος τρόπος ζωής είναι ο αφιερωμένος στη σπουδή και στη μελέτη. Αυτόν θα τον εξετάσουμε αργότερα.
6. Είναι καλύτερο – κάτι παραπάνω : είναι ανάγκη – να είμαστε έτοιμοι ακόμη και τις πιο προσωπικές μας αντιλήψεις να αναιρέσουμε, αν είναι με τον τρόπο αυτό να σωθεί η αλήθεια ۠ έχοντας κανείς να διαλέξει ανάμεσα σε δύο φίλους, έχει το ιερό χρέος να προτιμήσει την αλήθεια.
7. Σε κάθε πράξη, σε κάθε διαδικασία επιλογής και προτίμησης, αγαθό είναι το τέλος ( π.χ. στην ιατρική το τέλος είναι η υγεία, στη στρατηγική η νίκη ) : για χάρη του όλοι οι άνθρωποι κάνουν ό,τι άλλο κάνουν. Αφού είναι προφανές ότι υπάρχουν περισσότερα από ένα τέλη και ότι μερικά από αυτά τα επιλέγουμε για χάρη κάποιου άλλου τέλους, είναι φανερό ότι όλα τους δεν είναι τελικά τέλη ۠ το ύψιστο όμως αγαθό είναι ένα τελικό τέλος : η ευδαιμονία. Συμπέρασμα : Αν ένα μόνο από τα τέλη είναι τελικό, αυτό θα είναι το αγαθό που αναζητούμε ۠ αν πάλι είναι περισσότερα από ένα, τότε το αγαθό που αναζητούμε θα είναι το πιο τελικό από αυτά. Γενικά ονομάζουμε τελικό το αγαθό που επιλέγεται πάντοτε γι` αυτό που είναι το ίδιο και ποτέ για χάρη κάποιου άλλου αγαθού. Επιλέγουμε την τιμή, τη διανοητική δραστηριότητα, τη σωφροσύνη και γενικά κάθε αρετή επειδή θεωρούμε ότι μέσω αυτών θα γίνουμε ευδαίμονες.
8. Ο άνθρωπος που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις ωραίες πράξεις δεν είναι καν ένας καλός άνθρωπος ۠ ποιος θα ονόμαζε δίκαιο έναν άνθρωπο που δε βρίσκει ευχαρίστηση στις δίκαιες πράξεις; Συμπέρασμα : η ευδαιμονία είναι το υπέρτατο αγαθό και μαζί ό,τι πιο ωραίο και ό,τι πιο ευχάριστο : οι τρεις αυτές ιδιότητες δεν πρέπει να χωρίζονται.
9. Η ευδαιμονία, ακόμη κι αν δεν είναι δώρο των θεών αλλά έρχεται στους ανθρώπους ως αποτέλεσμα της αρετής και κάποιας σπουδής ή άσκησης, είναι πάντως – το καλύτερο πράγμα στον κόσμο – κάτι το θεϊκό και μακάριο.
10. Κανένα πράγματι από τα έργα των ανθρώπων δεν παρουσιάζει τέτοια σταθερότητα και μονιμότητα όση οι σύμφωνες με την αρετή ενέργειες. Θα υπάρξει λοιπόν στον ευδαίμονα άνθρωπο η σταθερότητα και η μονιμότητα που λέμε και θα μείνει για όλη του τη ζωή έτσι όπως είναι. Όσο για τις εναλλαγές της τύχης, αυτές θα τις αντιμετωπίσει με τον ωραιότερο τρόπο και σίγουρα με απόλυτη ευπρέπεια. Η τύχη εναλλάσσεται συχνά : αν φέρει μεγάλη δυστυχία συνθλίβει την ευδαιμονία, γιατί φέρνει στεναχώριες και αποτελεί εμπόδιο για πολλές ενέργειες. Και όμως ακόμη και μέσα σ` αυτές, η όμορφη συμπεριφορά σκορπάει τη λάμψη της, όταν κανείς υπομένει καρτερικά πολλές και μεγάλες δυστυχίες – όχι από αναισθησία, αλλά γιατί είναι ένας άνθρωπος αληθινά άρχοντας και μεγαλόψυχος.
11. Φαίνεται ότι ασκούν πράγματι κάποια επίδραση στους νεκρούς οι ευτυχίες των φίλων τους, το ίδιο και οι δυστυχίες τους, η επίδραση όμως αυτή είναι τέτοια και τόση που να μη μπορεί τους ευδαίμονες να τους κάνει να μην είναι ευδαίμονες.
12. Είναι φανερό ότι κάθε φορά που επαινούμε κάτι, το επαινούμε : α.) επειδή έχει μια συγκεκριμένη ιδιότητα και β.) επειδή βρίσκεται σε κάποια συγκεκριμένη σχέση προς κάτι άλλο ( όπως π.χ. επαινούμε τον δίκαιο, τον ανδρείο, το δυνατό αθλητή ). Αν ο έπαινος είναι για πράγματα σαν αυτά που περιγράψαμε, είναι φανερό ότι για τα άριστα πράγματα δεν ταιριάζει ο έπαινος, αλλά κάτι μεγαλύτερο και καλύτερο ۠ τις λέξεις « μακαρίζω » και « ευδαιμονίζω » τις λέμε για τους θεούς και ύστερα και για τους πιο θεϊκούς μεταξύ των ανθρώπων.
13. Λέγοντας « αρετή του ανθρώπου » εννοούμε όχι την αρετή του σώματος αλλά την αρετή της ψυχής. Η ψυχή διαιρείται σε δύο μέρη : το ένα μέρος έχει λόγον, ενώ το άλλο δεν έχει λόγον.
α. Ένα μέρος από το άλογο μέρος της ψυχής είναι κοινό σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς : είναι το φυτικό μέρος της, αυτό που κάνει όλους τους ζωντανούς οργανισμούς να τρέφονται και να μεγαλώνουν. Επομένως, αυτό το μέρος, αυτή δηλ. η δύναμη της ψυχής ενεργεί, κατά την αντίληψη όλων, κυρίως στη διάρκεια του ύπνου.
β. Φαίνεται όμως ότι στην ψυχή υπάρχει κι άλλο ένα άλογο μέρος, που όμως μετέχει κατά κάποιον τρόπο στο λόγον. Έτσι, όταν μιλούμε για εγκρατή και ακρατή άνθρωπο ο έπαινός μας είναι για το λόγον, αφού αυτός είναι που παρακινεί σωστά και προτρέπει στο καλύτερο.
Υπάρχει και μια άλλη δύναμη που αντιστέκεται στο λόγο και αντιμάχεται μ` αυτόν. Είναι αυτό ακριβώς που συμβαίνει στα παράλυτα μέλη του σώματος : θέλουμε να τα κινήσουμε δεξιά κι εκείνα κινούνται προς τα αριστερά ۠ το ίδιο συμβαίνει και με την ψυχή : οι ορμές των ακρατών ανθρώπων κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση ۠ μόνο που στο σώμα το βλέπουμε το ξεστράτισμα, ενώ στην ψυχή δεν το βλέπουμε.
Έγινε λοιπόν φανερό ότι και το άλογο μέρος της ψυχής είναι διπλό : το φυτικό μέρος δε μετέχει καθόλου στο λόγο, ενώ το επιθυμητικό μέρος μετέχει κατά κάποιον τρόπο στο λόγο, στο βαθμό που υπακούει και πειθαρχεί σ` αυτόν. Είναι όπως όταν λέμε ότι κάποιος « λογαριάζει » τον πατέρα του και τους φίλους του και όχι όπως όταν λέμε ότι κάποιος « λογαριάζει » κάτι στα μαθηματικά.
Αν λοιπόν πρέπει να πούμε ότι και το επιθυμητικό μέρος της ψυχής έχει λόγον, τότε διπλό θα είναι και αυτό το μέρος της ψυχής : α ) ένα θα είναι το μέρος που έχει λόγον στην κυριολεξία και μέσα του, και β ) άλλο ένα, αυτό που έχει την ιδιότητα να υπακούει στο λόγον.
Υποδιαιρείται και η αρετή σε δύο μέρη : στις διανοητικές αρετές ( αρετές του νου και της σκέψης ) και στις ηθικές αρετές ( αρετές που δείχνουν το χαρακτήρα ) : διανοητικές αρετές είναι η φρόνηση ( πρακτική σοφία ), η σοφία, η αντιληπτικότητα, και ηθικές είναι η σωφροσύνη ( ο αυτοέλεγχος, η αυτοσυγκράτηση ) και η γενναιοδωρία ( ελευθεριότητα ). Τις άξιες επαίνου έξεις τις λέμε αρετές.
ΣΧΟΛΙΑ 1ΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Ο Αριστοτέλης απεχθάνεται την έννοια του απείρου.
Ο Αριστοτέλης ήξερε πως υπήρχαν πράγματα στα οποία δε μπορούσε να συμφωνήσει με το δάσκαλό του και με όλους εκείνους που δέχονταν τις απόψεις του κοινού τους δασκάλου ۠ όλοι του ήταν αγαπητοί. ( Σε πολλά θέματα ) όπως ο Πλάτωνας έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στον Όμηρο και στην αλήθεια, που τελικά προτίμησε την αλήθεια ( όσο κι αν η φιλία του για τον Όμηρο του έκλεινε το στόμα ) – έτσι και ο Αριστοτέλης « απέρριψε » το δάσκαλό του ( και προσωπικό φίλο επί 20 χρόνια ) για χάρη της σωτηρίας της αλήθειας.
ΒΙΒΛΙΟ 2ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ
ΚΕΦ. 1
Οι επιμέρους ηθικές αρετές πετυχαίνονται με την επανάληψη των αντίστοιχων πράξεων / ενεργειών.
ΚΕΦ. 2
Οι άνθρωποι πρέπει να αποφεύγουν την υπερβολή και την έλλειψη.
ΚΕΦ. 3
Η αρετή βρίσκεται σε άμεση σχέση προς την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια που προκαλούν οι συγκεκριμένες πράξεις.
ΚΕΦ. 4
Οι πράξεις μας είναι καλές : α ) αν ενεργούμε έχοντας ακριβή γνώση, β ) αν οι πράξεις μας είναι αποτέλεσμα επιλογής και προτίμησης, γ ) αν εμμένουμε σταθερά και αμετάβλητα στον τρόπο με τον οποίο ενεργούμε.
ΚΕΦ. 5
Η αρετή δεν είναι ούτε πάθος ούτε δύναμη ۠ είναι έξη.
ΚΕΦ. 6
Ορισμός της αρετής : η αρετή είναι έξη που α ) επιλέγεται ελεύθερα από το άτομο, β ) βρίσκεται στο « σε σχέση με εμάς » μέσον, το οποίο καθορίζεται από τη λογική του φρόνιμου ανθρώπου ( μέσον ανάμεσα στην υπερβολή και στην έλλειψη ).
ΚΕΦ. 7
Εφαρμογή – επαλήθευση του ορισμού σε επιμέρους αρετές.
ΚΕΦ 8
Τα δύο άκρα βρίσκονται σε αντίθεση προς το μέσον και μεταξύ τους, και το μέσον προς τα δύο άκρα.
ΚΕΦ. 9
Η επίτευξη του μέσου = η κατάκτηση της αρετής δεν είναι καθόλου εύκολο πράγμα.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Δύο είναι όπως είδαμε τα είδη της αρετής : η διανοητική και η ηθική. Η διανοητική αρετή χρωστάει και τη γένεση και την αύξησή της κατά κύριο λόγο στη διδασκαλία ( χρειάζεται δηλ. η πείρα και ο χρόνος ), ενώ η ηθική αρετή είναι αποτέλεσμα του έθους ( του εθισμού ). Αυτό ακριβώς κάνει φανερό ότι καμιά ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως. Παράδειγμα η πέτρα : καμωμένη από τη φύση της να πηγαίνει προς τα κάτω, δεν είναι δυνατό να συνηθίσει να πηγαίνει προς τα επάνω, έστω κι αν χιλιάδες φορές προσπαθήσει κανείς να της το μάθει πετώντας την και ξαναπετώντας την προς τα πάνω ۠ ούτε η φωτιά μπορεί να συνηθίσει να πηγαίνει προς τα κάτω. Συμπέρασμα : η φύση μας έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σε αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους.
2. Όλα τα πράγματα έχουν από τη φύση τους την ιδιότητα να φθείρονται από την έλλειψη και την υπερβολή. Για παράδειγμα : τα ποτά και τα τρόφιμα, όταν γίνονται περισσότερα ή λιγότερα από κάποια συγκεκριμένη ποσότητα, φθείρουν την υγεία, ενώ τα σύμφωνα με το μέτρο τη γεννούν, την αυξάνουν και τη διασφαλίζουν. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και στην περίπτωση της σωφροσύνης, της ανδρείας και των άλλων αρετών.
3. Η αρετή και η κακία έχουν σχέση με τα ίδια πράγματα. Τρία είναι τα πράγματα που επιδιώκουμε, τρία κι αυτά που αποφεύγουμε : το ωραίο, το συμφέρον και το ευχάριστο, και από την άλλη τα αντίθετά τους : το άσχημο, το επιζήμιο και το δυσάρεστο. Η ευχαρίστηση υπάρχει σε όλα τα ζώα ۠ ακόμη και το ωραίο και το συμφέρον έχουν την όψη του ευχάριστου. Συνυπάρχει μαζί μας από τη νηπιακή ηλικία, γι` αυτό και είναι δύσκολο να διώξουμε από μέσα μας αυτό το πάθος.
4. Σωστά λοιπόν λέμε ότι ο άνθρωπος γίνεται δίκαιος από τις επανειλημμένες πράξεις δικαιοσύνης και ο σώφρων από τις επανειλημμένες πράξεις σωφροσύνης ۠ άνθρωπος που δεν κάνει επανειλημμένα τις πράξεις αυτές, δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει αυτές τις αρετές.
Οι περισσότεροι πάντως άνθρωποι αντί να ενεργούν έτσι, βρίσκουν καταφύγιο στις θεωρίες και φαντάζονται ότι φιλοσοφούν, και ότι έτσι θα γίνουν ενάρετοι ۠ στην πραγματικότητα κάνουν ό,τι και οι άρρωστοι που ακούν με προσοχή τους γιατρούς, δεν εκτελούν όμως καμιά από τις εντολές τους. Όπως λοιπόν κι εκείνοι δε θα ανακτήσουν τη σωματική τους υγεία, έτσι κι αυτοί δε θα βρουν ποτέ της ψυχής τους την υγεία με τέτοιου είδους φιλοσοφία.
5. Δεδομένου ότι τα συμβαίνοντα στην ψυχή μας είναι τρία : πάθη, δυνάμεις, έξεις, η αρετή δε μπορεί παρά να είναι ένα από αυτά. Λέγοντας πάθη εννοούμε την επιθυμία, την οργή, το φόβο, το θάρρος, το φθόνο, τη χαρά, την αγάπη, το μίσος, τη λαχτάρα, τη ζηλοτυπία, την ευσπλαχνία, γενικά όσα συνοδεύονται από ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια. Λέγοντας δυνάμεις εννοώ αυτές που κάνουν να λεγόμαστε ικανοί να έχουμε μετοχή στα πάθη να μπορούμε π.χ. να οργιζόμαστε ή να λυπούμαστε ή να νιώθουμε ευσπλαχνία ). Λέγοντας, τέλος, έξεις εννοώ την καλή ή κακή μας σχέση με τα πάθη ( σχετικά π.χ. προς την οργή : αν οργιζόμαστε πάρα πολύ ή πολύ χαλαρά η σχέση μας με την οργή είναι κακή, αν όμως οργιζόμαστε με έναν μέσο τρόπο, η σχέση μας με αυτή είναι καλή ۠ το ίδιο και με τα άλλα πάθη ). Αν λοιπόν οι αρετές δεν είναι ούτε πάθη ούτε δυνάμεις, μένει να είναι έξεις.
6. Ο ειδήμονας αποφεύγει την υπερβολή ή την έλλειψη και ψάχνει να βρει το μέσον ۠ αυτό είναι η τελική του προτίμηση – φυσικά όχι το μέσον το σε σχέση προς το πράγμα, αλλά το σε σχέση προς εμάς. Ένα είδος μεσότητας είναι λοιπόν η αρετή, έτσι που έχει για στόχο της το μέσον. Το λάθος γίνεται με πολλούς τρόπους ۠ γιατί το κακό και το άπειρο πάνε μαζί, όπως δίδασκαν οι Πυθαγόρειοι ( προσωκρατικοί φιλόσοφοι – Θαλής, Αναξιμένης, Αναξίμανδρος κ.ά.), ενώ το καλό πάει μαζί με το πεπερασμένο ( αυτό δηλ. που έχει τέλος ) ۠ όμως, το σωστό γίνεται με έναν μόνο τρόπο.
7. Μεσότητες υπάρχουν και στα πάθη ۠ το να ντρέπεται π.χ. κανείς δεν είναι βέβαια αρετή, ο ντροπαλός ωστόσο άνθρωπος επαινείται. Ο άνθρωπος που ντρέπεται τα πάντα βρίσκεται σε ένα άκρο και αυτός που δεν αισθάνεται την παραμικρή ντροπή είναι ο αναίσχυντος και βρίσκεται στο άλλο άκρο ۠ ο μέσος είναι ο ντροπαλός.
8. Αυτά προς τα οποία μας έλκει με μεγαλύτερη δύναμη μια κάποια φυσική μας τάση, αυτά αποδεικνύονται πολύ πιο αντίθετα προς το μέσον. Για παράδειγμα : οι άνθρωποι έχουμε εκ φύσεως μεγαλύτερη ροπή προς τις ηδονές ۠ είμαστε λοιπόν πιο ευκατάφοροι προς την ακολασία παρά προς τη φρόνιμη κι ευπρεπή συμπεριφορά. Πιο αντίθετα, λοιπόν, προς το μέσον ονομάζουμε αυτά προς τα οποία ρέπουμε σε μεγαλύτερο βαθμό ۠ γι` αυτό και η ακολασία ( και όχι η αναισθησία ) βρίσκεται σε μεγαλύτερη αντίθεση προς τη σωφροσύνη.
9. Να βρεις του κάθε πράγματος το μέσον είναι πράγματι μια δύσκολη δουλειά. Το να οργισθούμε είναι κάτι το εύκολο για τον καθένα μας, το ίδιο και το να δώσουμε και να δαπανήσουμε χρήματα ۠ το να βρεις, όμως, σε ποιον και πόσα και πότε και γιατί και πώς, αυτό δεν είναι πια ούτε του καθενός ούτε εύκολο. Να γιατί το σωστό είναι και σπάνιο και αξιέπαινο και ωραίο. Γι` αυτό ο άνθρωπος που έχει για στόχο του το μέσον πρέπει, πριν απ` όλα, να απομακρύνεται από το πιο αντίθετο γι` αυτόν, αφού το ένα από τα δύο άκρα είναι μεγαλύτερο λάθος και μεγαλύτερο σφάλμα από το άλλο. Μιας και είναι λοιπόν δύσκολο να πετύχεις το μέσον, εφάρμοσε αυτό που είναι ο αμέσως καλύτερος τρόπος : διάλεξε το λιγότερο κακό ( από την υπερβολή και την έλλειψη ).
ΣΧΟΛΙΑ 2ου ΒΙΒΛΙΟΥ
ΨΥΧΗ
μέρη της :
άλογον το λόγο έχον
φυτικόν (καθαρώς άλογον) — επιθυμητικόν (άλογον + λόγο έχον) — το λόγο έχον
Η ηθική αρετή δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γεννηθεί παρά μόνο με τον εθισμό. Συμπέρασμα : Η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως.
Πόρος = πέρασμα, έξοδος, διέξοδος, άρα απορώ = βρίσκομαι κλεισμένος κάπου και αισθάνομαι πολύ άσχημα που δε μπορώ να βρω τρόπο να βγω = βρίσκομαι σε αδιέξοδο, σε αμηχανία. Το κάθε υποκείμενο που έχει απορία βρίσκεται σε μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση, η οποία όμως και το οδηγούσε σε μια πολύ συμπαθητική κινητικότητα : να ζητήσει να βρει τη λύτρωσή του, δηλ. να βρει ``πόρον`` να απαλλαγεί από την ``απορία`` του. Έτσι, η απορία είναι τελικά μία από τις θετικές στιγμές του μυαλού μας.
Ο Αριστοτέλης συχνά χρησιμοποιεί το επίθετο σπουδαίος με τη σημασία του ``ενάρετος``.
ΑΡΕΤΗ ΚΑΚΙΕΣ
ΜΕΣΟΤΗΤΑ ΥΠΕΡΒΟΛΗ ΕΛΛΕΙΨΗ
σωφροσύνη ακολασία αναισθησία
φρόνησις πανουργία ευήθεια
ανδρεία θρασύτης δειλία
πραότης οργιλότης αναλγησία
φιλία κολακεία απέχθεια
αλήθεια αλαζονεία ειρωνεία
δίκαιον κέρδος ζημία
ελευθεριότης ασωτία ανελευθερία
σεμνότης αρέσκεια αυθάδεια
καρτερία τρυφερότης κακοπάθεια
μεγαλοψυχία χαυνότης μικροψυχία
μεγαλοπρέπεια δαπανηρία μικροπρέπεια
αιδώς αναισχυντία κατάπληξις
νέμεσις φθόνος ανώνυμον
ΒΙΒΛΙΟ 3ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ (συνέχεια)
ΚΕΦ. 1
Αν ακούσια είναι η πράξη που γίνεται με την επιβολή βίας και από άγνοια, εκούσια θα είναι η πράξη που η αρχή της βρίσκεται μέσα στο άτομο, το οποίο γνωρίζει πλήρως τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται η συγκεκριμένη πράξη του.
ΚΕΦ. 2
« Προαίρεση » σημαίνει επιλογή και προτίμηση ύστερα από σκέψη.
ΚΕΦ. 3
Σκεφτόμαστε και διαβουλευόμαστε όχι για τα τέλη, αλλά για τα μέσα που οδηγούν στα τέλη.
ΚΕΦ. 4
Αντικείμενο της βούλησης είναι το τέλος, δηλ. το αγαθό ή το φαινόμενο αγαθό.
ΚΕΦ. 5
Είναι στη δύναμη του ανθρώπου τόσο να κάνει κακές όσο και να κάνει καλές πράξεις.
ΚΕΦ. 6
Πραγμάτωση της έννοιας « ανδρεία » ως μεσότητας. Διεύρυνση της έννοιας « φόβος ».
ΚΕΦ. 7
Ο θρασύς και ο δειλός υπερβάλλουν και ελλείπουν αντίστοιχα, ενώ ο ανδρείος κρατάει το μέσον και συμπεριφέρεται με τον τρόπο που πρέπει.
ΚΕΦ. 8
Πέντε περιπτώσεις που κακώς χαρακτηρίζονται περιπτώσεις ανδρείας : η πολιτική ανδρεία, η εμπειρία σε επιμέρους τομείς, ο βρασμός ψυχής, η αντιμετώπιση της ζωής με αισιοδοξία, η άγνοια του κινδύνου.
ΚΕΦ. 9
Σχέση της ανδρείας με τα λυπηρά ( = οδυνηρά ) και τα ευχάριστα πράγματα.
ΚΕΦ.10
Η σωφροσύνη ( και η ακολασία ) σχετίζεται με τις σωματικές ηδονές και πιο συγκεκριμένα με αυτές που προκαλούνται μέσω της αφής.
ΚΕΦ. 11
Περιγράφονται τα χαρακτηριστικά του σώφρονα, του ακόλαστου και του « αναίσθητου » ανθρώπου.
ΚΕΦ. 12
Η ακολασία είναι σε μεγαλύτερο βαθμό εκούσια από ό,τι η δειλία. Σύγκριση του ακόλαστου ανθρώπου με το κακομαθημένο παιδί.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Γενικά ο κάθε κακός άνθρωπος αγνοεί τι πρέπει να κάνει και τι να αποφεύγει και σ` αυτό ακριβώς το σφάλμα οφείλεται το ότι οι άνθρωποι γίνονται άδικοι και γενικά κακοί.
2. Προαιρούμαι = ύστερα από σκέψη προτιμώ κάτι από κάτι άλλο. Η προαίρεση δηλώνει ότι το άτομο ενεργεί εκούσια, στην πραγματικότητα όμως οι δύο έννοιες δεν ταυτίζονται : το εκούσιο υπάρχει και στα παιδιά και γενικά στα ζώα, η προαίρεση όμως όχι ۠ διότι η προαίρεση σχετίζεται με την επιλογή και την προτίμηση.
Ο ακρατής άνθρωπος ενεργεί με την επιθυμία του, όχι με την προαίρεσή του, ενώ αντίθετα ο εγκρατής ενεργεί με την προαίρεσή του, όχι με την επιθυμία του. Επίσης : Η επιθυμία μπορεί να είναι αντίθετη με την προαίρεση, επιθυμία όμως με επιθυμία όχι ۠ για παράδειγμα : μπορεί κανείς, την ίδια στιγμή, να επιθυμεί να φάει και να αποφασίζει να μη φάει, δε μπορεί όμως, την ίδια στιγμή, να επιθυμεί να φάει και να επιθυμεί να μη φάει. Ακόμη, η επιθυμία σχετίζεται με το ευχάριστο και το δυσάρεστο, ενώ η προαίρεση ούτε με το δυσάρεστο ούτε με το ευχάριστο.
Η προαίρεση ούτε και βούληση μπορεί να είναι, παρόλο ότι φαίνεται να βρίσκεται πολύ κοντά της : βούληση έχουμε και για τα αδύνατα πράγματα, π.χ. για την αθανασία, προαίρεση όμως όχι. Επίσης, η βούληση σχετίζεται πιο πολύ με το τέλος, ενώ η προαίρεση με τα μέσα που οδηγούν στο τέλος. Γενικά η προαίρεση αναφέρεται σε πράγματα που μπορούμε να τα κάνουμε με τη δύναμή μας. Αυτό που σχετίζεται άμεσα με τη δύναμή μας είναι το μέσο για να φτάσουμε στο τέλος. Η προαίρεση προϋποθέτει λόγο και σκέψη ۠ είναι κάτι που επιλέγεται και προτιμάται πριν από άλλα.
3. Για τα αιώνια και αμετάβλητα πράγματα δε « σκέφτονται και δε διαβουλεύονται » ποτέ οι άνθρωποι π.χ. για το σύμπαν ή για τη διαγώνιο και την πλευρά του τετραγώνου, ούτε « διαβουλεύονται » π.χ. για την περίπτωση των τροπών του ήλιου και της ανατολής των άστρων, ούτε επίσης και για όλα τα ανθρώπινα πράγματα.
« Σκεφτόμαστε και διαβουλευόμαστε », αντίθετα, για πράγματα που εξαρτώνται από τη δική μας δύναμη και που μπορούν να πραγματοποιηθούν. « Σκεφτόμαστε και διαβουλευόμαστε » όχι για τα τέλη αλλά για τα μέσα που οδηγούν στα τέλη. Το αντικείμενο της « σκέψης και διαβούλευσης » και το αντικείμενο της προαίρεσης είναι το ίδιο, μόνο που η προαίρεση έχει ήδη σαφώς προκριθεί, αφού αντικείμενο της προαίρεσης είναι αυτό που με τη διαδικασία της « σκέψης και διαβούλευσης » έχει κριθεί ότι πρέπει να γίνει.
4. Η βούληση έχει για αντικείμενό της το τέλος. Η κάθε επιμέρους έξη έχει τη δική της ξεχωριστή αντίληψη για το ωραίο και το ευχάριστο.
5. Αν είναι στη δύναμή μας το να κάνουμε ωραίες ή άσχημες πράξεις, το ίδιο και να μην τις κάνουμε, τότε στη δική μας δύναμη είναι το να είμαστε ανώτερης ή κατώτερης ποιότητας άνθρωποι. Τιμωρία προβλέπεται και στην περίπτωση της άγνοιας, αν το άτομο θεωρηθεί υπεύθυνο για την άγνοιά του ۠ για τους μεθυσμένους π.χ. διπλασιάζεται η ποινή ( ο « διπλασιασμός » σε σύγκριση φυσικά με εκείνον που διέπραξε το ίδιο αδίκημα νηφάλιος ) ۠ γιατί η αρχή αυτής της πράξης βρίσκεται μέσα στο ίδιο το άτομο, αφού ήταν στο χέρι του να μη μεθύσει – και το μεθύσι του έγινε ύστερα η αιτία της άγνοιάς του. Όποιος αγνοεί ότι σε όλους τους τομείς οι έξεις προκύπτουν από την επανάληψη συγκεκριμένων ενεργειών, είναι απλώς ένας άνθρωπος που δεν καταλαβαίνει τίποτε.
6. Η ανδρεία είναι μεσότητα στην περιοχή του φόβου και του θάρρους. Ανδρείος είναι αυτός που αντιμετωπίζει δίχως φόβο τον ωραίο θάνατο ( το θάνατο στη μάχη ).
7. Ο άνθρωπος, λοιπόν, που αντιμετωπίζει και που φοβάται : α ) τα πράγματα που πρέπει, β) για το λόγο που πρέπει, γ ) με τον τρόπο που πρέπει και δ ) τη στιγμή που πρέπει, το ίδιο και ο άνθρωπος που δείχνει θάρρος με τις ίδιες αυτές προϋποθέσεις, είναι ανδρείος.
Σχετικά με την υπερβολή, ο άνθρωπος που δεν αισθάνεται κανέναν απολύτως φόβο, η γλώσσα μας δεν έχει λέξη να τον δηλώσει, θα μπορούσε όμως κανείς να πει ότι είναι ένα είδος παράφρονα και αναίσθητου ανθρώπου, αν δε φοβάται τίποτε, ούτε τους σεισμούς ούτε τα κύματα της θάλασσας – όπως το λένε για τους Κέλτες. Ο υπερβολικός σε θάρρος λέγεται θρασύς ۠ ο θρασύς είναι καυχησιάρης άνθρωπος που προσποιείται τον ανδρείο ( λέγεται και θρασύδειλος ).
Ο υπερβολικός στο φόβο δηλώνεται με τη λέξη δειλός ۠ είναι ο άνθρωπος που φοβάται πράγματα που δεν πρέπει να φοβάται. Βάζει στο μυαλό του πάντοτε το χειρότερο, γιατί φοβάται τα πάντα. Ο ανδρείος αντίθετα αντιμετωπίζει τη ζωή με αισιοδοξία.
Το να επιλέγει κανείς το θάνατο για να γλιτώσει από τη φτώχεια, από μια ερωτική απογοήτευση ή από κάτι δυσάρεστο και οδυνηρό, αυτό δε δείχνει άνθρωπο ανδρείο, ίσα ίσα δείχνει άνθρωπο δειλό ۠ γιατί το να αποφεύγει κανείς τα οχληρά και κουραστικά πράγματα είναι καθαρή μαλθακότητα.
8. α ) Πρώτη στη σειρά ( από τα υπόλοιπα πέντε είδη ανδρείας ) είναι η πολιτική ανδρεία. Η αρχή της βρίσκεται στην αιδώ, στην επιθυμία και στην επιδίωξη της τιμής. Εδώ θα μπορούσε κανείς να κατατάξει και όλους εκείνους που αναγκάζονται από τους άρχοντές τους ( δηλ. με εξαναγκασμό ) να κάνουν τα έργα των ανδρείων. Ανδρείος όμως πρέπει να είναι κανείς όχι από εξαναγκασμό, αλλά γιατί είναι ωραίο.
β ) Και η εμπειρία σε επιμέρους τομείς θεωρείται και αυτή ανδρεία, όπως στην περίπτωση των μισθοφόρων στρατιωτών στους κινδύνους του πολέμου. Λόγω της εμπειρίας τους είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ικανοί να « κάνουν χωρίς να πάθουν » ۠ μάχονται λοιπόν σαν οπλισμένοι με άοπλους, σαν επαγγελματίες αθλητές με ερασιτέχνες. Οι επαγγελματίες όμως αυτοί στρατιώτες γίνονται δειλοί όταν ο κίνδυνος ξεπερνάει τα κανονικά όρια : οι ίδιοι τότε πρώτοι τρέπονται σε φυγή, ενώ οι υπόλοιποι μένουν στις θέσεις τους και σκοτώνονται.
γ ) Με την ανδρεία όμως συσχετίζουν και το βρασμό της ψυχής. Αυτοί δηλ. που ενεργούν παθιασμένα θεωρούνται ανδρείοι, ακριβώς όπως τα ζώα που ορμούν πάνω σ` αυτούς που τα πλήγωσαν. Οι ανδρείοι ό,τι κάνουν το κάνουν για χάρη του ωραίου, και το ξεσήκωμα της ψυχής τους βοηθάει σ` αυτό. Τα ζώα, αντίθετα, ενεργούν κάτω από την επίδραση του πόνου : γιατί πληγώθηκαν ή γιατί φοβούνται ۠ έτσι, ορμούν δίχως να προβλέπουν κανέναν από τους κινδύνους που τα περιμένει.
δ ) Ούτε όμως οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν τη ζωή με αισιοδοξία είναι ανδρείοι ( απλά έχουν αρκετή ομοιότητα ) ۠ γιατί ο λόγος που δίνουν θάρρος στους κινδύνους είναι ότι νίκησαν πολλές φορές και πολλούς αντιπάλους. Όταν τα πράγματα δεν έρθουν όπως θα περίμεναν, το βάζουν στα πόδια. Γι` αυτό και θεωρούμε ότι δείχνει μεγαλύτερη ανδρεία το να μένει κανείς άφοβος και ατάραχος μπροστά στα φοβερά πράγματα που κάνουν ξαφνικά την εμφάνισή τους παρά σε εκείνα που τα είχε προβλέψει από πριν.
ε ) Ανδρείοι φαίνονται και οι άνθρωποι που έχουν άγνοια του κινδύνου. Οι άνθρωποι αυτοί δεν απέχουν πολύ από τους αισιόδοξους, είναι όμως κατώτεροι από εκείνους, καθώς δεν έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, ενώ εκείνοι έχουν.
9. Οι άνθρωποι λέγονται ανδρείοι όταν αντιμετωπίζουν τα δυσάρεστα και οδυνηρά πράγματα. Η ανδρεία συνεπάγεται πόνο και λύπη και είναι δικαιολογημένος ο έπαινος που της απονέμεται ۠ γιατί είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπίζει κανείς τα δυσάρεστα και οδυνηρά πράγματα παρά το να απέχει από αυτά.
10. Η σωφροσύνη, όπως και η ανδρεία, είναι αρετές των άλογων μερών της ψυχής. Η σωφροσύνη είναι μεσότητα στις ηδονές. Οι ηδονές διακρίνονται σε σωματικές και ψυχικές. Με τις σωματικές ηδονές σχετίζεται η σωφροσύνη, ούτε όμως πάλι με όλες τους. Η σωφροσύνη και η ακολασία σχετίζονται με εκείνες τις ηδονές που και τα άλλα ζώα τις έχουν κοινές με τον άνθρωπο ۠ αυτές είναι η αφή και η γεύση. Το να χαίρεται κανείς με πράγματα που σχετίζονται με τη γεύση ( π.χ. ενός φαγητού ) και την αφή και να τα` αγαπήσει περισσότερο από όλα τα άλλα, είναι κάτι το ζωώδες.
11. Ο σώφρων άνθρωπος κατέχει τη μέση θέση ( ανάμεσα στον ακόλαστο και στον αναίσθητο ) αφού δεν ευχαριστιέται με πράγματα με τα οποία δε θα έπρεπε να ευχαριστιέται ۠ επίσης, δεν ευχαριστιέται σε βαθμό υπερβολής.
12. Η επιθυμία του ευχάριστου είναι αχόρταγη και έρχεται στο δίχως νου άνθρωπο από παντού, και η άσκηση της επιθυμίας αυξάνει την έμφυτη, την εσωτερική δύναμη με αποτέλεσμα, αν οι επιθυμίες είναι μεγάλες και δυνατές, να μπορούν ακόμη και να αχρηστέψουν τη σκέψη. Γι` αυτό και πρέπει οι επιθυμίες να είναι μέτριες και λίγες και με κανέναν τρόπο να μην εναντιώνονται στο λόγο : όπως το παιδί πρέπει να ζει σύμφωνα με τις προσταγές του παιδαγωγού, έτσι και το επιθυμητικό στοιχείο που υπάρχει μέσα μας πρέπει να ακολουθεί τις οδηγίες του λόγου. Γι` αυτό το επιθυμητικό στοιχείο του σώφρονα ανθρώπου πρέπει να βρίσκεται σε αρμονική σχέση με το λογικό του στοιχείο ۠ γιατί ο στόχος και των δύο είναι το ηθικά ωραίο.
ΣΧΟΛΙΑ 3ου ΒΙΒΛΙΟΥ
Η τάξη που επικρατεί στο σύμπαν και οι μαθηματικές αλήθειες είναι πράγματα αιώνια και αμετάβλητα.
Σχηματισμένη από το στερητικό α- και το θέμα του ρήματος κολάζω η λέξη ακολασία σήμαινε την « ατιμωρησία » ( με σαφή αναφορά στα « κακομαθημένα » και μη τιμωρούμενα άτομα ).
ΒΙΒΛΙΟ 4ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ (συνέχεια)
ΚΕΦ. 1
Ελευθεριότητα
( ασωτία – ανελευθερία ) Αρετές ( και κακίες )
ΚΕΦ. 2 σχετικά με το
Μεγαλοπρέπεια ( μεγαλομανία, χρήμα
κακογουστιά – κακομοιριά )
ΚΕΦ. 3
Μεγαλοψυχία
( κενοδοξία – μικροψυχία ) Αρετές
ΚΕΦ. 4 ( και κακίες )
Ανώνυμη αρετή μεταξύ σχετικά με την
φιλοδοξίας και αφιλοδοξίας τιμή
( φιλοδοξία – αφιλοδοξία )
ΚΕΦ. 5
Πραότητα Αρετή ( και κακίες )
( οργιλότητα – σχετικά με την
αοργησία ) οργή
ΚΕΦ. 6
Φιλικότητα
( αρεσιάρης – κόλακας
καβγατζής – δύστροπος Αρετές
ΚΕΦ. 7 ( και κακίες )
Ειλικρίνεια ( καυχησιά – σχετικά με την
υποκριτική κρυψίνοια ) κοινωνική μας
ΚΕΦ. 8 συμβίωση
Χαριτολογία
( ``καραγκιόζης``, ``χωριάτης`` )
ΚΕΦ. 9
Μια μεικτή περίπτωση : η ντροπή
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Η ελευθεριότητα θεωρείται ότι είναι η μεσότητα στο χώρο των χρημάτων και, γενικά, των υλικών αγαθών. Ως υπερβολές και ελλείψεις σχετίζονται η ασωτία και η ανελευθερία. Ανελεύθερος θεωρείται ο άνθρωπος που δείχνει μεγαλύτερο απ` ό,τι θα έπρεπε ενδιαφέρον για τα χρήματα και για τα υλικά αγαθά. Άσωτος ονομάζεται ο ακρατής και αυτός που ξοδεύει τα χρήματά του για να ικανοποιήσει την ακολασία του. Γι` αυτό και οι άσωτοι θεωρούνται εξαιρετικά κακής ποιότητας άνθρωποι, γιατί έχουν πολλές μαζί κακίες. Άσωτος είναι ο άνθρωπος που καταστρέφεται από τον ίδιο τον εαυτό του και η καταστροφή της περιουσίας θεωρείται ένα είδος αυτοκαταστροφής.
Απόδειξη αρετής είναι πράγματι πιο πολύ το να κάνει κανείς το καλό παρά το να το δέχεται, και πιο πολύ να κάνει ωραίες πράξεις παρά το να μην κάνει άσχημες πράξεις ۠ και δεν είναι δύσκολο να δει κανείς ότι το να δίνει κανείς, το να κάνει το καλό και το να κάνει ωραίες πράξεις πηγαίνουν μαζί, όπως επίσης το να παίρνει κανείς πηγαίνει μαζί με το να δέχεται το καλό ή να μην κάνει άσχημες πράξεις. Ο έπαινος προορίζεται γι` αυτόν που δίνει, όχι γι` αυτόν που δεν παίρνει. Ελευθέριοι λέγονται αυτοί που δίνουν. Αυτοί πάλι που δεν παίρνουν, δεν επαινούνται για ελευθεριότητα αλλά για δικαιοσύνη, ενώ αυτοί που παίρνουν δεν επαινούνται καθόλου.
Οι πράξεις της αρετής είναι όμορφες και γίνονται για την ομορφιά τους. Ο ελευθέριος δίνει μάλιστα με το σωστό τρόπο : σ` αυτούς που πρέπει, τόσα που πρέπει, τότε που πρέπει κλπ. Δε θα πούμε ελευθέριο αυτόν που δίνει, όμως αισθάνεται γι` αυτό λύπη. Από εκεί που πρέπει να πάρει ο ελευθέριος δε θα αρνηθεί να πάρει ( από τα δικά του π.χ. περιουσιακά στοιχεία ), όχι γιατί αυτό είναι ωραίο, αλλά γιατί είναι απαραίτητο προκειμένου να είναι σε θέση να δίνει.
2. Και η μεγαλοπρέπεια σχετίζεται με το χρήμα και τα υλικά αγαθά, αλλά αναφέρεται σε μεγάλα πράγματα, όχι σε μικρά. Η μεγαλοπρέπεια είναι μεσότητα ανάμεσα στη μικροπρέπεια ( έλλειψη ) και στην κακομοιριά ή μεγαλομανία – κακογουστιά ( υπερβολή ).
Οι δαπάνες του μεγαλοπρεπούς είναι μεγάλες και πρέπουσες ۠ τέτοια επομένως και τα έργα του. Όλες αυτές τις δαπάνες θα τις κάνει για χάρη της ομορφιάς – αυτό δεν είναι το κοινό γνώρισμα όλων των αρετών ; Θα τις κάνει επίσης με ευχαρίστηση και γενναιοδωρία ۠ γιατί η τσιγκουνιά είναι μικροπρέπεια. Οι μεγάλες δαπάνες αρμόζουν σε ανθρώπους που έχουν ήδη τα ανάλογα μέσα ( πλούσιοι ).
Ο μεγαλομανής στις μικρές περιπτώσεις δαπάνης ξοδεύει πολλά και κάνει κακόγουστη επίδειξη. Δεν ενεργεί για χάρη του ωραίου, αλλά γιατί θέλει να επιδείξει τον πλούτο του και γιατί φαντάζεται ότι με όλα αυτά κερδίζει το θαυμασμό του κόσμου. Ο μικροπρεπής, αντίθετα, ελλείπει στα πάντα και σε ό,τι κάνει είναι γεμάτος από δισταγμούς. Μόνη του σκέψη είναι πώς θα ξοδέψει όσο γίνεται πιο λίγα και όλο νομίζει ότι ξοδεύει πιο πολλά από όσα πρέπει.
3. Η μεγαλοψυχία έχει για αντικείμενό της μεγάλα πράγματα. Αποτελεί μεσότητα ανάμεσα στην κενοδοξία ( υπερβολή ) και στη μικροψυχία ( έλλειψη ). Οι μεγαλόψυχοι άνθρωποι είναι άξιοι μεγάλων μόνο πραγμάτων ۠ έχουν σχέση με την τιμή. Και θα ευχαριστηθεί ο μεγαλόψυχος μετρημένα, έχοντας συνείδηση ότι παίρνει ό,τι του αξίζει ή και λιγότερα από αυτά που του αξίζουν. Γνώρισμα του μεγαλόψυχου είναι επίσης να μη ζητάει από κανέναν τίποτε, ή έστω να το ζητάει με μεγάλη δυσκολία, να προσφέρει όμως πρόθυμα τη βοήθειά του στους άλλους.
4. Ψέγουμε το φιλόδοξο επειδή επιθυμεί την τιμή περισσότερο από ό,τι πρέπει και από εκεί που δεν πρέπει, αλλά και τον αφιλόδοξο επειδή δεν έχει διάθεση να τιμάται ούτε και για τις ωραίες πράξεις του. Για τη μεσότητα δεν υπάρχει λέξη που να τη δηλώνει ( η περίπτωση δηλ. που επιθυμεί κάποιος την τιμή όσο πρέπει ).
5. Η πραότητα είναι μεσότητα στην περιοχή της οργής. Ως υπερβολές και ελλείψεις σχετίζονται η οργιλότητα και η αοργησία. Ο πράος άνθρωπος θέλει να είναι ατάραχος και να μην άγεται από το πάθος, αλλά να οργίζεται με τον τρόπο που ορίζει ο ορθός λόγος.
Η αοργησία ( έλλειψη ) ψέγεται. Γιατί αυτοί που δεν οργίζονται για όσα πρέπει θεωρούνται ανόητοι ۠ το ίδιο και αυτοί που δεν οργίζονται με τον τρόπο που πρέπει ή όταν πρέπει ή με τους ανθρώπους που πρέπει. Ο άνθρωπος που δεν οργίζεται θεωρείται ότι δεν έχει την ιδιότητα να αμύνεται, επομένως έχει χαρακτηριστικά δούλου.
Οι οργίλοι ( υπερβολικοί ) γρήγορα οργίζονται, η οργή τους όμως υποχωρεί γρήγορα ( αυτό είναι το καλύτερο που έχουν ). Οι χολερικοί άνθρωποι είναι εξαιρετικά ορμητικοί, οργίζονται για το καθετί και με κάθε ευκαιρία.
Οι μουτρωμένοι και κατσούφηδες καταπραΰνονται δύσκολα και η οργή τους κρατάει για μεγάλο διάστημα χρόνου ۠ ο λόγος είναι ότι αυτοί συγκρατούν την οργή τους. Όσο οι άνθρωποι αυτοί δεν παίρνουν εκδίκηση, κρατούν μέσα τους το βάρος : καθώς αυτό δεν είναι φανερό, κανένας δε μπορεί να τους βοηθήσει πείθοντάς τους. Αυτοί λέγονται δύστροποι άνθρωποι και είναι οι χειρότεροι για να συμβιώσει κανείς μαζί τους.
6. Στο χώρο των κοινωνικών σχέσεων και επαφών μια περίπτωση είναι των ανθρώπων που θεωρούνται αρεσιάρηδες. Αυτοί επαινούν τα πάντα, δεν αντιμιλούν σε τίποτε και δεν κάνουν τους άλλους να λυπούνται. Αντίθετοι μ` αυτούς είναι οι άνθρωποι που αντιμιλούν στα πάντα και δε νοιάζονται καθόλου αν θα προκαλέσουν λύπη στους άλλους ۠ αυτοί λέγονται καβγατζήδες και στριμμένοι. Για τη μεσότητα στις δύο αυτές κατηγορίες ανθρώπων η γλώσσα μας δεν έχει γλώσσα να τη δηλώσει, αλλά μοιάζει πολύ με τη φιλία.
7. Κατά την κοινή αντίληψη ο καυχησιάρης θέλει να φαίνεται ότι έχει πράγματα που δίνουν στον άνθρωπο αξία και καλό όνομα ( που στην πραγματικότητα δεν τα έχει ). Ο κρυψίνους από την άλλη και ο υποκριτής αρνείται ότι έχει αυτά που έχει ή μειώνει την αξία τους. Τέλος, ο μέσος – ένας άνθρωπος που λέει τα πράγματα με το όνομά τους – λέγεται ειλικρινής. Ο άνθρωπος που αγαπάει γενικά την ειλικρίνεια επαινείται, και αυτός που είναι ειλικρινής εκεί όπου δεν υπάρχει ανάγκη είναι σε μεγαλύτερο βαθμό ειλικρινής εκεί όπου υπάρχει ανάγκη.
8. Αυτούς που ξεπερνούν το μέτρο στην προσπάθειά τους να κάνουν τους άλλους να γελάσουν τους λέμε « καραγκιόζηδες » ۠ αυτοί είναι άνθρωποι απαίδευτοι και κακόγουστοι. Αντίθετα, αυτούς που ούτε οι ίδιοι είναι σε θέση να πουν κάτι το αστείο ούτε ανέχονται αυτούς που το κάνουν τους λέμε « χωριάτες ». Αυτούς, τέλος, που αστειεύονται με τρόπο κομψό και καλαίσθητο τους λέμε ευτράπελους.
9. Για την ντροπή δε μπορούμε να μιλούμε σα να είναι αρετή, γιατί αυτή μοιάζει πιο πολύ με πάθος παρά με έξη. Η ντροπή ορίζεται ως ένα είδος φόβου του ατόμου μήπως χάσει το καλό του όνομα και έχει συνέπειες παραπλήσιες με αυτές που προκαλεί ο φόβος του κινδύνου : αυτοί που ντρέπονται κοκκινίζουν, ενώ αυτοί που φοβούνται το θάνατο χλωμιάζουν. Οι νέοι άνθρωποι, ζώντας κάτω από την επήρεια του πάθους, κάνουν πολλά σφάλματα και η ντροπή τους προφυλάσσει από αυτά. Τους ντροπαλούς νέους τους επαινούμε, τους μεγάλους όμως ανθρώπους όχι, γιατί λογαριάζουμε ότι ο μεγάλος άνθρωπος δε θα έκανε τίποτε από αυτά που φέρνουν ντροπή.
Η ντροπή επίσης δεν είναι γνώρισμα του καλού ανθρώπου, αφού σχετίζεται με τις κακές πράξεις. Το αίσθημα της ντροπής έχει σχέση με πράξεις που γίνονται με τη θέλησή μας και ο καλός άνθρωπος ποτέ δε θα κάνει κακές πράξεις με τη θέλησή του. Επομένως, μόνο υπό όρους θα έλεγα ότι η ντροπή είναι κάτι το καλό.
ΣΧΟΛΙΑ 4ου ΒΙΒΛΙΟΥ
άσωτος = [ α- στερ. + σώζω ] = αυτός που δε σώθηκε ή δε μπόρεσε να σωθεί = « κατεστραμμένος » άνθρωπος.
ΒΙΒΛΙΟ 5ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ (συνέχεια) – ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
ΚΕΦ. 1
Δίκαιος είναι αυτός που σέβεται το νόμο και το ισομοίρασμα των αγαθών. Το δίκαιο επομένως είναι η νομιμότητα ( ολική δικαιοσύνη ) και η ισότητα ( μερική δικαιοσύνη ).
ΚΕΦ. 2
Μερική δικαιοσύνη : διανεμητικό και διορθωτικό ( επανορθωτικό ) δίκαιο.
ΚΕΦ. 3
Το διανεμητικό δίκαιο ορίζεται σύμφωνα με τη γεωμετρική αναλογία.
ΚΕΦ. 4
Ο νόμος κοιτάζει μόνο τον ακριβή χαρακτήρα της βλάβης.
ΚΕΦ. 5
Το δίκαιο της αμοιβαιότητας. Η σημασία και ο ρόλος του νομίσματος.
ΚΕΦ. 6
Στους ανθρώπους που δεν υπάρχει αυτάρκεια, δεν υπάρχει μεταξύ τους πολιτικό δίκαιο, αλλά κάποια μορφή δικαίου.
ΚΕΦ. 7
Το πολιτικό δίκαιο ως φυσικό και νομικό δίκαιο.
ΚΕΦ. 8
Μια πράξη χαρακτηρίζεται άδικη ή δίκαιη με βάση το αν γίνεται με τη θέληση του ατόμου.
ΚΕΦ. 9
Είναι δυνατό να αδικήσει κανείς τον ίδιο του τον εαυτό ; Το να είσαι δίκαιος δεν είναι εύκολο πράγμα.
ΚΕΦ. 10
Η επιείκεια είναι διόρθωση του νόμου εκεί όπου αυτός παρουσιάζει κενά λόγω του γενικού / καθολικού χαρακτήρα του.
ΚΕΦ. 11
Το να αδικεί κανείς είναι χειρότερο από το να αδικείται, γιατί το να αδικεί κανείς είναι κακία.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Το δίκαιο είναι η νομιμότητα και η ισότητα, ενώ το άδικο είναι η παράβαση του νόμου και η ανισότητα. Οι νόμοι ορίζουν τα πάντα με στόχο το κοινό συμφέρον ή όλων των πολιτών ή των αρίστων ή αυτών που έχουν την εξουσία. Ο νόμος μας προστάζει να ενεργούμε όπως ο σώφρων άνθρωπος, όπως ο ανδρείος και ο πράος. Ο νόμος μας προστάζει να κάνουμε κάποιες πράξεις και μας απαγορεύει κάποιες άλλες, κάτι που ο σωστός νόμος το κάνει σωστά, λιγότερο όμως καλά ο με λιγότερη φροντίδα σχεδιασμένος νόμος.
Η δικαιοσύνη θεωρείται ως η πιο μεγάλη – η τέλεια – αρετή και κλείνει μέσα της όλες μαζί τις αρετές. Είναι τέλεια επειδή αποτελεί άσκηση / εφαρμογή της τέλειας αρετής.
2. Ο άνθρωπος που διαπράττει κακίες και, βέβαια, αδικεί μπορεί να το κάνει χωρίς να διεκδικεί για τον εαυτό του « το πιο μεγάλο μέρος ». Τέτοιες είναι, για παράδειγμα, οι περιπτώσεις του ανθρώπου που πέταξε από δειλία την ασπίδα του, ή αυτού που από τσιγκουνιά δεν πρόσφερε χρηματική βοήθεια. Όταν, αντίθετα, ενεργεί διεκδικώντας για τον εαυτό του « το πιο μεγάλο μέρος », συχνά δεν ωθείται από καμιά από αυτές τις κακίες, σίγουρα όμως ωθείται από κάποια κακία ( αφού τον ψέγουμε ) και από διάθεση αδικίας. Είναι φανερό λοιπόν ότι δίπλα στην ολική αδικία υπάρχει και μια « μερική » αδικία ( που λέγεται με την ίδια λέξη, αφού η λέξη ανήκει στο ίδιο γένος ).
3. Σε κάθε πράξη όπου υπάρχει το περισσότερο και το λιγότερο, υπάρχει και το ίσον. Το ίσον είναι μέσον. Ως μέσον βρίσκεται ανάμεσα σε δύο πράγματα ( το περισσότερο και το λιγότερο ) ۠ ως ίσον προϋποθέτει δύο πράγματα ۠ ως δίκαιο είναι για ορισμένους ανθρώπους. Όλοι οι άνθρωποι συμφωνούν ότι στις διανομές το δίκαιο πρέπει να προσδιορίζεται από κάποια αξία, μόνο που όλοι οι άνθρωποι λέγοντας « αξία » δεν εννοούν το ίδιο πράγμα : για τους δημοκρατικούς « αξία » είναι η ελευθερία, για τους ολιγαρχικούς ο πλούτος, για τους αριστοκρατικούς η αρετή.
4. Αφού μιλήσαμε για το διανεμητικό δίκαιο, ας μιλήσουμε τώρα για το διορθωτικό δίκαιο. Το ίσον είναι το μέσον μεταξύ του περισσότερου και του λιγότερου. Το « κέρδος » και η « ζημιά » είναι « περισσότερο » και « λιγότερο » με αντίθετο μεταξύ τους τρόπο : το κέρδος είναι περισσότερο καλό και λιγότερο κακό, το αντίθετο είναι η ζημιά ۠ το μέσον ανάμεσά τους είναι το ίσον, αυτό που λέμε δίκαιο. Κατά συνέπεια, το επανορθωτικό δίκαιο θα είναι το μέσον μεταξύ ζημιάς και κέρδους.
5. Η ενιαία μονάδα – μέτρο είναι στην πραγματικότητα η ανάγκη, η οποία συνέχει τα πάντα ۠ γιατί αν οι άνθρωποι δεν είχαν καμιά απολύτως ανάγκη ή αν οι ανάγκες τους δεν ήταν ίδιες, τότε ή δε θα υπήρχε καμιά συναλλαγή ή δε θα ήταν η ίδια – σαν ένα είδος ανταλλάξιμου αντιπροσώπου της ανάγκης δημιουργήθηκε το νόμισμα ۠ και είναι αυτός ο λόγος που λέγεται με αυτήν τη λέξη, γιατί χρωστάει την ύπαρξή του όχι στη φύση αλλά στο νόμο. Αμοιβαιότητα θα υπάρξει όταν θα έχει υπάρξει εξίσωση των προϊόντων.
6. Δίκαιο υπάρχει εκεί όπου οι σχέσεις των ανθρώπων ρυθμίζονται από νόμο και νόμος υπάρχει εκεί όπου μεταξύ των ανθρώπων υπάρχει αδικία.
7. Το πολιτικό δίκαιο είναι δύο ειδών : φυσικό και νομικό. Φυσικό είναι αυτό που έχει παντού την ίδια ισχύ και δεν εξαρτάται από τις θετικές ή αρνητικές γνώμες του κόσμου, ενώ νομικό είναι αυτό που αρχικά μπορεί να είναι έτσι, όταν όμως υπάρξει σχετική νομοθεσία, τότε ο καθένας πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με αυτήν.
8. Μια πράξη χαρακτηρίζεται άδικη ή δίκαιη με βάση το αν γίνεται με τη θέληση ή χωρίς τη θέληση του ατόμου.
9. Βλάπτεται κανείς με τη θέλησή του και υπομένει αδικίες με τη θέλησή του, κανένας όμως δεν αδικείται με τη θέλησή του. Γιατί κανένας δε θέλει να αδικείται, ούτε και ο ακρατής που απλώς ενεργεί αντίθετα με τη θέλησή του ۠ ο ακρατής δεν κάνει αυτά που κατά βάθος πιστεύει ότι θα έπρεπε να κάνει.
10. Το επιεικές ( η επιείκεια ) είναι διόρθωση του νόμου εκεί όπου αυτός παρουσιάζει κενά λόγω του γενικού / καθολικού χαρακτήρα του. Υπάρχουν πράγματα για τα οποία είναι αδύνατο να τεθεί νόμος και τότε χρειάζεται να εκδοθεί ψήφισμα. Αυτή η έξη είναι η επιείκεια, ένα είδος δικαιοσύνης.
11. Το δίκαιο και το άδικο υποχρεωτικά προϋποθέτουν πάντοτε περισσότερα από ένα πρόσωπα.
ΣΧΟΛΙΑ 5ου ΒΙΒΛΙΟΥ
Ο Αριστοτέλης έχει τη συνήθεια να στηρίζει την έρευνά του στη γνώμη ή στις γνώμες που επικρατούν στον πολύ κόσμο, αλλά και στον ακριβή προσδιορισμό της σημασίας των λέξεων με τις οποίες δηλώνονται οι επιμέρους ιδιότητες.
Νόμος = [ νέμω ( = μοιράζω )] = μοίρασμα. Έτσι η αρχική σημασία της λέξης νόμος ήταν « έθος », « συνήθεια ».
ΒΙΒΛΙΟ 6ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΕΣ ΑΡΕΤΕΣ
ΚΕΦ. 1
Προσδιορισμός του περιεχομένου του ορθού λόγου. Τα μέρη της ψυχής είναι δύο : το λογικό και το ά – λογο. Και τα λογικά μέρη της ψυχής είναι δύο : το επιστημονικό ( αμετάβλητο ) και το λογιστικό ( μεταβλητό ).
ΚΕΦ. 2
Και των δύο διανοητικών μερών της ψυχής το έργο είναι η αλήθεια.
ΚΕΦ. 3
Οι έξεις με τις οποίες η ψυχή πετυχαίνει, με την κατάφαση ή την άρνηση, την αλήθεια είναι πέντε : τέχνη, επιστήμη, φρόνηση, σοφία, νόηση. Ανάλυση του περιεχομένου της επιστήμης ως αποδεικτικής έξης.
ΚΕΦ. 4
Ανάλυση του περιεχομένου της τέχνης : η τέχνη είναι μια έλλογη κατασκευαστική έξη.
ΚΕΦ. 5
Ανάλυση του περιεχομένου της φρόνησης : η φρόνηση είναι μια αληθινή και έλλογη έξη πρακτική των ανθρώπινων αγαθών.
ΚΕΦ. 6
Ανάλυση του περιεχομένου της νόησης : η νόηση έχει ως αντικείμενό της τις καθολικές αρχές.
ΚΕΦ. 7
Η φιλοσοφική γνώση είναι η πιο τέλεια μορφή γνώσης.
ΚΕΦ. 8
Σχέση μεταξύ φρόνησης ( = πρακτικής σοφίας ) και πολιτικής επιστήμης.
ΚΕΦ. 9
Η ορθή σκέψη / διαβούλευση ( ευβουλία ) σε σχέση με τη φρόνηση. Διάκρισή της από άλλες διανοητικές ιδιότητες.
ΚΕΦ. 10
Λόγος για τη σύνεση, την αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου, την οξύνοιά του. Σύνεση και φρόνηση δεν είναι το ίδιο πράγμα : η σύνεση απλώς και μόνο κρίνει.
ΚΕΦ. 11
Λόγος για τη γνώμη, την ορθή κρίση ότι κατιτί είναι επιεικές.
ΚΕΦ. 12
Σε τι χρησιμεύουν οι διανοητικές αρετές ; Για ποιο σκοπό χρειαζόμαστε τη φρόνηση ; Λόγος για τη δεινότητα.
ΚΕΦ. 13
Αρετή είναι η έξη που είναι ένα με τον ορθό λόγο ( δε βρίσκεται απλώς σε συμφωνία ) – και ο ορθός λόγος στα θέματα αυτά είναι η φρόνηση.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Τις αρετές της ψυχής τις χωρίσαμε σε δύο κατηγορίες :
α. στις ηθικές αρετές, αυτές δηλ. που έχουν σχέση με το χαρακτήρα του ανθρώπου, και
β. στις διανοητικές αρετές, αυτές δηλ. που σχετίζονται με το νου του ανθρώπου.
Για τις ηθικές αρετές κάναμε ήδη διεξοδικό λόγο. Για τις υπόλοιπες θα μιλήσουμε τώρα.
Υπάρχουν δύο μέρη της ψυχής : το λογικό και το ά – λογο. Τα λογικά μέρη της ψυχής είναι επίσης δύο :
α ) αυτό με το οποίο σκεφτόμαστε και μελετούμε τα όντα που οι αρχικές τους αιτίες είναι αμετάβλητες ( επιστημονικό ), και
β ) αυτό με το οποίο σκεφτόμαστε και μελετούμε τα όντα που μεταβάλλονται ( λογιστικό ).
2. Τρεις είναι οι λειτουργίες της ψυχής που κυβερνούν και ρυθμίζουν την πράξη και την αλήθεια : η αίσθηση, ο νους και η επιθυμία. Η αίσθηση δεν αποτελεί την αρχή καμιάς πράξης, γιατί πράξη είναι η ενέργεια ύστερα από βούλευση. Αυτό, από την άλλη, που στη σκέψη είναι κατάφαση και άρνηση, είναι στην επιθυμία επιδίωξη και αποφυγή. Επομένως, επειδή η ηθική αρετή είναι έξη που προϋποθέτει επιλογή και προτίμηση, και η επιλογή και προτίμηση είναι επιθυμία κατευθυνόμενη από σκέψη.
3. Οι έξεις με τις οποίες η ψυχή πετυχαίνει, με την κατάφαση ή την άρνηση, την αλήθεια είναι πέντε :
α ) η τέχνη ( η τεχνική = η πρακτική, κατασκευαστική ικανότητα )
β ) η επιστήμη ( επιστημονική γνώση )
γ ) η φρόνηση ( πρακτική σοφία )
δ ) η σοφία ( φιλοσοφική σοφία, φιλοσοφία )
ε ) η νόηση ( διανοητική ικανότητα – αντίληψη ), όχι όμως η απλή γνώμη, γιατί από αυτήν μπορεί κανείς να πλανηθεί.
Αυτό για το οποίο έχουμε επιστημονική γνώση δεν είναι δυνατό να υπόκειται σε μεταβολή. Άρα, η επιστημονική γνώση ερευνά τα αναγκαία πράγματα. Κάθε διδασκαλία – όπως και της επιστημονικής γνώσης – ξεκινάει από ήδη γνωστά πράγματα : η διδασκαλία γίνεται είτε με τη μέθοδο της επαγωγής ( δηλ. από τα επιμέρους στα καθολικά ), είτε με τη διαδικασία του συλλογισμού.
4. Ούτε η πράξη είναι κατασκευή, ούτε η κατασκευή είναι πράξη. Κάθε τέχνη έχει να κάνει με τη γένεση ( την έλευση στην ύπαρξη ) ενός πράγματος, με την επινόηση των απαραίτητων γι` αυτό μέσων και την εξέταση του πώς μπορεί να έρθει στην ύπαρξη κάτι από αυτά που μπορούν να υπάρξουν. Επομένως, η τέχνη έχει σχέση με την κατασκευή, όχι με την πράξη. Η τέχνη λοιπόν είναι μια έλλογη κατασκευαστική έξη και αντικείμενό της είναι αυτό που επιδέχεται μεταβολή.
5. Κατά την κοινή αντίληψη γνώρισμα του φρόνιμου ανθρώπου είναι το να μπορεί να σκέφτεται σωστά ποια πράγματα είναι καλά και ωφέλιμα γι` αυτόν. Γενικά, φρόνιμος είναι ο άνθρωπος που έχει την ικανότητα να σκέφτεται σωστά. Η φρόνηση είναι μια αληθινή και έλλογη έξη πρακτική των καλών και κακών για τον άνθρωπο πραγμάτων. Γι` αυτό και τη σωφροσύνη τη λέμε με αυτή τη λέξη : γιατί σώζει τη φρόνηση.
6. Η νόηση έχει ως αντικείμενό της τις καθολικές αρχές.
7. Στις τέχνες τη σοφία την αποδίδουμε στους πιο τέλειους εκπροσώπους τους ۠ το Φειδία π.χ. τον λέμε σοφό γλύπτη και τον Πολύκλειτο σοφό αγαλματοποιό, δηλώνοντας με τη σοφία την τελειότητα της τέχνης. Από την άλλη όμως θεωρούμε ότι κάποιοι άνθρωποι είναι γενικά σοφοί, όχι σοφοί σε έναν επιμέρους τομέα. Είναι έτσι φανερό ότι η φιλοσοφία πρέπει να είναι η πιο τέλεια μορφή γνώσης. Ο σοφός, επομένως, πρέπει όχι μόνο να γνωρίζει αυτά που προκύπτουν από τις καθολικές αρχές, αλλά και να κατέχει και να λέει την αλήθεια γι` αυτές. ( Υπάρχουν άλλα όντα που η φύση τους είναι πιο θεϊκή από τη φύση του ανθρώπου : αυτά από τα οποία έχει συσταθεί το σύμπαν, δηλ. ο ουρανός και τα άστρα ). Ο Αναξαγόρας, ο Θαλής και οι όμοιοί τους είναι σοφοί αλλά όχι φρόνιμοι, αφού φαίνονται να μην ξέρουν τι είναι συμφέρον για τον εαυτό τους ۠ αυτοί ξέρουν πράγματα μοναδικά, θαυμαστά, δυσνόητα και θεϊκά, είναι όμως άχρηστα – με το νόημα ότι δεν ψάχνουν να βρουν τι είναι αυτό που λέμε « καλό για τον άνθρωπο ».
8. Ενώ οι νέοι γίνονται γεωμέτρες και μαθηματικοί και γενικά σοφοί σε τέτοιου είδους πράγματα, νέος φρόνιμος, κατά την κοινή αντίληψη, δε μπορεί να βρεθεί, έμπειρος δηλ. νέος δεν υπάρχει ۠ γιατί είναι το μάκρος του χρόνου που σε κάνει έμπειρο.
9. Ορθή σκέψη / διαβούλευση είναι : να πετυχαίνει κανείς αυτό που πρέπει με τα σωστά όμως μέσα. Για παράδειγμα, ο ακρατής θα πετύχει με τους υπολογισμούς του αυτό που όρισε ως σκοπό του και αυτό θα πει ότι έχει σκεφθεί / διαβουλευθεί σωστά, μόνο που θα έχει κάνει στον εαυτό του ένα μεγάλο κακό.
10. Σύνεση και φρόνηση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Γιατί ενώ η φρόνηση είναι επιτακτική ( αφού το έργο της είναι να ορίσει τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνει ), η σύνεση απλώς και μόνο κρίνει. Η λέξη « συνίημι » έχει σχέση με το « μανθάνω » και τη γνώμη.
11. Οι επιεικείς ενέργειες είναι κοινό γνώρισμα όλων των αγαθών ανθρώπων στις σχέσεις τους προς τους άλλους ανθρώπους. Στα γενικά ( καθολικά ) φτάνουμε ξεκινώντας από τα επιμέρους ۠ αυτά τα επιμέρους πρέπει να γίνονται αντιληπτά : αυτή η αντίληψη είναι ο νους.
12. Την επιλογή και την προτίμηση την κάνει σωστά η αρετή, για την πραγματοποίηση όμως αυτών ( της επιλογής δηλ. και της προτίμησης ) χρειαζόμαστε και κάποια άλλη δύναμη / ιδιότητα, που τη λένε δεινότητα ( δηλ. εξυπνάδα, ευστροφία, επιδεξιότητα ). Η φρόνηση δεν ταυτίζεται με τη δεινότητα, ούτε όμως και υπάρχει χωρίς αυτήν.
13. Οι διάφορες επιμέρους μορφές χαρακτήρα υπάρχουν κατά κάποιο τρόπο μέσα στον άνθρωπο εκ φύσεως ۠ ( σχεδόν ) όλες τις ηθικές ιδιότητες τις έχουμε από την πρώτη στιγμή της γέννησής μας ۠ παρ` όλα αυτά εμείς ζητούμε κάτι άλλο : την αρετή στην κυριολεκτική της σημασία ۠ ζητούμε δηλ. αυτές οι ιδιότητες να υπάρχουν μέσα μας με έναν άλλο τρόπο. Αρετή είναι η έξη που βρίσκεται σε συμφωνία με τον ορθό λόγο και ορθός είναι ο λόγος που βρίσκεται σε συμφωνία με τη φρόνηση.
ΣΧΟΛΙΑ 6ου ΒΙΒΛΙΟΥ
Αντικείμενο της ηθικής είναι το πράττειν, όχι το παράγειν. Να βρίσκουμε εδώ μεταξύ των διανοητικών αρετών την « κατασκευαστική ικανότητα » δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει. Γιατί η τέχνη συχνά αντικαθίσταται στο λόγο από την επιστήμη, και αυτό βρίσκει την εξήγησή του στο ότι αυτή η πλευρά της ανθρώπινης δραστηριότητας δεν ήταν ακόμη τόσο μηχανοποιημένη : η μηχανή δεν είχε αφαιρέσει από τον κατασκευαστή τη σκέψη.
Σύνεσις = [ συνίημι ( = μαθαίνω, καταλαβαίνω )] = αντιληπτική ικανότητα, ταχύτητα αντίληψης, οξύνοια
Μανθάνω = μαθαίνω από σένα : με τη δική σου βοήθεια τα πράγματα ξεκαθαρίζουν μέσα μου
Η φιλοσοφική σκέψη = η φιλοσοφία είναι η αρετή του θεωρητικού νου και η φρόνηση η αρετή του πρακτικού νου.
ΒΙΒΛΙΟ 7ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΑΚΡΑΤΕΙΑ : Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ
ΚΕΦ. 1
Η εγκράτεια και η καρτερία ως αντίθετες ( αρετές ) προς την ακράτεια και τη μαλθακότητα / τρυφηλότητα.
ΚΕΦ. 2
Επισήμανση των αντιφάσεων που μπορούν να διαπιστωθούν στις τρέχουσες γνώμες για την εγκράτεια και την ακράτεια.
ΚΕΦ. 3
Οι ακρατείς άνθρωποι ενεργούν εν γνώσει τους ή όχι, και αν ενεργούν εν γνώσει τους, τι ακριβώς σημαίνει αυτό ;
ΚΕΦ. 4
Μόνη ακράτεια και εγκράτεια είναι αυτή που έχει σχέση με τα ίδια πράγματα με τα οποία έχε σχέση η σωφροσύνη και η ακολασία.
ΚΕΦ. 5
Λόγος για κάποιες θηριώδεις έξεις, καθώς και για κάποιες που κάνουν την εμφάνισή τους ύστερα από αρρώστιες ή ως αποτέλεσμα νοσηρών καταστάσεων ή συνήθειας.
ΚΕΦ. 6
Η ακράτεια ως προς το θυμό είναι λιγότερο επονείδιστη από την ακράτεια ως προς τις επιθυμίες.
ΚΕΦ. 7
Ο ιδιαίτερος λόγος για τα δυο είδη της ακράτειας : την παρορμητικότητα και την αδυναμία.
ΚΕΦ. 8
Ο ακόλαστος είναι ανίατος ( επειδή δεν έχει τάση για μεταμέλεια ), ενώ ο ακρατής είναι ιατός ( επειδή είναι γεμάτος από μεταμέλειες ). Η ακράτεια δεν είναι κακία. Ο ακρατής εύκολα μεταπείθεται και αλλάζει στάση, ο ακόλαστος όμως όχι.
ΚΕΦ. 9
Διευκρινιστικές σκέψεις για τη σχέση : εγκρατούς – ισχυρογνώμονα, εγκρατούς – ακρατούς, εγκρατούς – αναίσθητου, εγκρατούς – σώφρονα.
ΚΕΦ. 10
Δε μπορεί ο ίδιος άνθρωπος να είναι φρόνιμος και την ίδια στιγμή ακρατής. Ο ακρατής δεν είναι ούτε κακός ούτε άδικος.
ΚΕΦ. 11
Μνημονεύονται τρεις ``διδασκαλίες`` εχθρικές προς την ηδονή.
ΚΕΦ. 12
Οι ηδονές δεν είναι κάτι καλό.
ΚΕΦ. 13
Η ηδονή δεν είναι το ύψιστο αγαθό.
ΚΕΦ. 14
Συζητείται ο ταυτισμός των σωματικών ηδονών με την ηδονή γενικώς.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Από τις ιδιότητες σχετικά με το χαρακτήρα πρέπει να αποφεύγονται τρεις : η κακία ( # αρετή ), η ακράτεια ( # εγκράτεια ) και η θηριότητα ( # υπεράνθρωπη αρετή ). Ο εγκρατής έχει την τάση να μένει σταθερός στους λογισμούς και στους σχεδιασμούς του, ενώ ο ακρατής έχει την τάση να τους εγκαταλείπει. Ο ακρατής μολονότι ξέρει ότι κάνει πράγματα ευτελή και αξιοκατάκριτα, όμως τα κάνει κινημένος από το πάθος του, ενώ ο εγκρατής, ξέροντας ότι οι επιθυμίες του είναι ευτελείς και αξιοκατάκριτες, δεν τις ακολουθεί χάρη στο λογικό του.
2. Κανένας δεν έχει όλες τις μορφές ακράτειας – και για κάποιους ανθρώπους λέμε ότι είναι γενικά και απόλυτα ακρατείς.
3. Είναι ολοφάνερο ότι οι θυμοί, οι γενετήσιες επιθυμίες και κάποια άλλα τέτοια πάθη επιφέρουν αλλαγές και στη σωματική μας κατάσταση. Οι ακρατείς, οι άνθρωποι που βρίσκονται κάτω από την επήρεια των παθών εκθέτουν επιστημονικές αποδείξεις ή απαγγέλουν στίχους του Εμπεδοκλή ( του διάσημου Ακραγεντίνου φιλοσόφου του 5ου αι. π.Χ.), δεν έχουν όμως γνώση της επιστήμης, γιατί αυτή πρέπει να γίνει ένα μέρος του εαυτού τους, γι` αυτό όμως χρειάζεται χρόνος. Οι ακρατείς άνθρωποι μιλούν όπως ακριβώς οι ηθοποιοί – αυτοί δηλ. που δεν εκφράζουν, στην πραγματικότητα, πάνω στη σκηνή δικές τους σκέψεις.
4. Οι άνθρωποι είναι εγκρατείς και καρτερικοί ή, αντίθετα, ακρατείς και μαλθακοί σε σχέση με τις ηδονές και τις λύπες. Από τα πράγματα που μας προκαλούν ευχαρίστηση άλλα είναι « αναγκαία » και άλλα είναι άξια επιλογής και προτίμησης καθεαυτά. Αναγκαία είναι αυτά που σχετίζονται με το σώμα μας ( αυτά δηλ. που σχετίζονται με την τροφή και με τις γενετήσιες ανάγκες μας ). Τα « άξια επιλογής και προτίμησης » ( πράγματα ) δεν είναι « αναγκαία » ( δηλ. η νίκη, η τιμή, ο πλούτος κ.λ.π.). Αυτοί, λοιπόν, που φτάνουν σε υπερβολή σε σχέση με τα ευχάριστα πράγματα της δεύτερης περίπτωσης δεν τους λέμε καθαρά και απόλυτα ακρατείς, αλλά ακρατείς με την προσθήκη « ως προς τα χρήματα », « ως προς το θυμό » κ.λ.π.
5. Όλες οι περιπτώσεις υπερβολής στην αφροσύνη, στην ακολασία, στη δειλία είναι αποτέλεσμα ή θηριώδους ιδιοσυγκρασίας ή νοσηρών καταστάσεων : αυτός που από τη φύση του φοβάται τα πάντα, ακόμη και το θόρυβο ενός ποντικού, είναι δειλός με μια δειλία θηριώδης ( δηλ. ζωώδης = υπ – ανθρώπινου τύπου ).
6. Ο θυμός « ακούει » ως ένα σημείο τη λογική, όμως την « ακούει » λανθασμένα – ακριβώς όπως τα σκυλιά που αρχίζουν να γαβγίζουν και μόνο που ακούν κάποιο θόρυβο από έξω, προτού ακόμη αντιληφθούν αν ο επισκέπτης είναι ένα γνωστό πρόσωπο ۠ έτσι και ο θυμός, εξαιτίας της έξαψης και της βιασύνης που είναι τα βασικά του χαρακτηριστικά, « ακούει » τη λογική, δεν ακούει όμως την εντολή που του δίνει, και έτσι ορμάει να πάρει εκδίκηση. Η επιθυμία είναι πιο επονείδιστη από το θυμό, γιατί ο άνθρωπος που είναι ακρατής στο θυμό υποκύπτει κατά κάποιον τρόπο στη λογική, ενώ ο άλλος υποκύπτει στην επιθυμία και όχι στη λογική. Ο θυμός δεν είναι δόλιος και επίβουλος, είναι ανοιχτός και φανερός. Αυτός που ενεργεί κυριευμένος από θυμό ό,τι κάνει το κάνει με λύπη του, ενώ αυτός που συμπεριφέρεται προσβλητικά το κάνει με ευχαρίστηση.
7. `` Είμαι καρτερικός`` θα πει « αντέχω, υπομένω » ( δηλ. αντιστέκομαι στις επιθυμίες ), ενώ ``είμαι εγκρατής`` θα πει « είμαι κύριος, νικώ » ( δηλ. νικώ τις επιθυμίες ) ۠ και είναι, βέβαια, άλλο πράγμα το « νικώ » από το « δε νικιέμαι » – άρα η εγκράτεια είναι προτιμότερη από την καρτερία.
Το ένα είδος της ακράτειας είναι η παρορμητικότητα ( δηλ. η απερίσκεπτη αστάθεια ) και το άλλο η αδυναμία ( δηλ. η αδυναμία για οποιαδήποτε αντίσταση ). Αυτοί που είναι παρορμητικοί ως προς την ακράτεια είναι οι ζωηροί και ευέξαπτοι άνθρωποι : οι ζωηροί λόγω της βιασύνης τους και οι ευέξαπτοι λόγω της ορμητικότητάς τους δεν περιμένουν να ακούσουν τη φωνή της λογικής, καθώς έχουν την τάση να ακολουθούν τις εντυπώσεις που τους προσφέρουν οι αισθήσεις τους.
8. Ο ακρατής είναι γεμάτος από μεταμέλειες, γι` αυτό και είναι ιατός. Η ακράτεια και η κακία ανήκουν σε δύο εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους είδη : την κακία δεν την αντιλαμβάνεται αυτός που την έχει, ενώ την ακράτεια την αντιλαμβάνεται.
9. Ισχυρογνώμονες είναι οι ιδιότροποι άνθρωποι, οι αμαθείς και οι άξεστοι. Οι ιδιότροποι επηρεάζονται από την ηδονή και τη λύπη.
10. Δε μπορεί ο ίδιος άνθρωπος να είναι φρόνιμος και την ίδια στιγμή να είναι ακρατής. Στην πραγματικότητα, ο ακρατής άνθρωπος μοιάζει με την πόλη που εκδίδει όλα τα σωστά ψηφίσματα και έχει εξαίρετους νόμους, που δεν εφαρμόζει όμως τίποτε από όλα αυτά – η δεινότητα ( η εξυπνάδα ) βρίσκεται πολύ κοντά στη φρόνηση, διαφέρει όμως από αυτήν από την άποψη της προαίρεσης. Τη συνήθεια δεν είναι εύκολο να την αλλάξεις, ακριβώς γιατί είναι κάτι σα δεύτερη φύση.
11. Ο σώφρων άνθρωπος αποφεύγει τις ηδονές. Ο φρόνιμος επιδιώκει την απουσία της λύπης, όχι την ηδονή. Οι ηδονές είναι εμπόδιο για τη φρόνηση. Η ηδονή δεν είναι ένα τέλος αλλά μια γένεση.
12. Οι άνθρωποι δεν ευχαριστούνται με τα ίδια πράγματα όταν η φυσική τους έξη έχει αποκατασταθεί. Όταν η φυσική έξη αποκαθίσταται, τότε οι άνθρωποι ευχαριστούνται και με πράγματα που είναι αντίθετα με τα ευχάριστα ۠ ευχαριστούνται, πράγματι, και με ξινά και με πικρά πράγματα ( πράγματα δηλ. που δεν είναι εκ φύσεως ευχάριστα ).
13. Την ηδονή την κυνηγούν όλοι, δεν κυνηγούν όλοι όμως την ίδια ηδονή. Όλα τα όντα έχουν από τη φύση κάτι το θεϊκό μέσα τους.
14. Όλοι οι άνθρωποι χαίρονται ως ένα βαθμό και τα φαγητά και τα κρασιά και τις χαρές του έρωτα, όχι όμως πάντοτε με τον τρόπο που πρέπει. Γενικά, οι άνθρωποι κυνηγούν τη σωματική ηδονή επειδή τη θεωρούν γιατρειά για τη λύπη τους ۠ αυτές οι θεραπευτικές ηδονές είναι έντονες.
ΣΧΟΛΙΑ 7ου ΒΙΒΛΙΟΥ
Ο πρακτικός νους είναι, στον ηθικό χώρο, ό,τι είναι η αρχή της κίνησης στο χώρο της φύσης.
Τα άσπρο φαίνεται πιο άσπρο δίπλα στο μαύρο ۠ έτσι και οι θεραπευτικές ηδονές φαίνονται πιο έντονες δίπλα στη λύπη.
ΒΙΒΛΙΟ 8ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΙΑ
ΚΕΦ. 1
Η φιλία είναι και αυτή κατά κάποιον τρόπο αρετή ή προϋποθέτει την αρετή. Επιπλέον, η φιλία είναι εντελώς απαραίτητη για τη ζωή.
ΚΕΦ. 2
Δεν κινεί την αγάπη και δε γεννάει τη φιλία το καθετί, παρά μόνο το αγαθό ( = η αρετή ), το ευχάριστο και το χρήσιμο. Σύγκριση της φιλίας με την εύνοια.
ΚΕΦ. 3
Τρία είναι τα είδη της φιλίας : φιλία δια το χρήσιμον, φιλία δια το ηδύ, φιλία δια το αγαθόν. Τέλεια φιλία είναι η τρίτη.
ΚΕΦ. 4
Οι αγαθοί άνθρωποι θα γίνουν φίλοι γιατί είναι αυτό που είναι, δηλ. αγαθοί.
ΚΕΦ. 5
Η αγάπη είναι πάθος, ενώ η φιλία είναι έξη.
ΚΕΦ. 6
Να είναι κανείς φίλος με πολλούς ανθρώπους κατά τον τύπο της τέλειας φιλίας δεν είναι δυνατό.
ΚΕΦ. 7
Όταν η αγάπη προσφέρεται στον άλλον σε αντιστοιχία με την αξία του, τότε υπάρχει, κατά κάποιον τρόπο, ισότητα, που είναι και το χαρακτηριστικό γνώρισμα της φιλίας.
ΚΕΦ. 8
Η φιλία συνίσταται πιο πολύ στο να προσφέρει κανείς αγάπη παρά στο να δέχεται αγάπη.
ΚΕΦ. 9
Η φιλία και η δικαιοσύνη έχουν ως αντικείμενό τους τα ίδια πράγματα και σχετίζονται με τα ίδια πρόσωπα.
ΚΕΦ. 10
Ορθά πολιτεύματα : βασιλεία, αριστοκρατία, τιμοκρατία. Παρεκκλίσεις ( αντίστοιχα ) : τυραννίδα, ολιγαρχία, δημοκρατία ( η δημοκρατία είναι η λιγότερο κακή από τις παρεκκλίσεις ).
ΚΕΦ. 11
Σε καθένα από τα πολιτεύματα κάνει την εμφάνισή της μια αντίστοιχη μορφή φιλίας.
ΚΕΦ. 12
Για τις διάφορες μορφές φιλίας μεταξύ συγγενικών προσώπων.
ΚΕΦ. 13
Ποιες αρχές πρέπει να τηρούνται στις φιλίες ανάμεσα σε άνισους ανθρώπους.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Η φιλία είναι εντελώς απαραίτητη για τη ζωή. Πραγματικά, κανένας δε θα επέλεγε να ζει δίχως φίλους, κι ας είχε όλα τα υπόλοιπα αγαθά. Οι πλούσιοι άνθρωποι, όπως και αυτοί που έχουν αξιώματα και εξουσία έχουν ιδιαίτερα μεγάλη ανάγκη από φίλους. Αλλά και οι φτωχοί και οι δυστυχισμένοι θεωρούν τους φίλους ως το μόνο καταφύγιο. Για τους νέους οι φίλοι είναι μια βοήθεια που τους κάνει να αποφεύγουν τα λάθη. Γενικά, οι άνθρωποι που έχουν φίλους γίνονται πιο δυνατοί στις σκέψεις και στις πράξεις.
Η φιλία ενυπάρχει από τη φύση στο γονιό για το παιδί και στο παιδί για το γονιό του, και όχι μόνο στους ανθρώπους αλλά και σε όλα σχεδόν τα ζώα. Φαίνεται επίσης ότι η φιλία συνέχει και τις πόλεις, και οι νομοθέτες νοιάζονται πιο πολύ γι` αυτήν παρά για τη δικαιοσύνη.
2. Δε φαίνεται να κινεί την αγάπη και να γεννάει τη φιλία το καθετί παρά μόνο αυτό που είναι άξιο να αγαπηθεί και να προκαλέσει τη φιλία και τέτοιο θεωρείται πως είναι το αγαθό, το ευχάριστο και το χρήσιμο. Χρήσιμο είναι αυτό μέσω του οποίου προκύπτει κάτι το αγαθό ή το ευχάριστο. Όσον αφορά το ευχάριστο ο καθένας αγαπάει αυτό που είναι αγαθό γι` αυτόν τον ίδιο.
3. Οι φιλίες που γίνονται για την ευχαρίστηση και για το χρήσιμο είναι φιλίες για ένα λόγο συμπτωματικό, αφού το πρόσωπο που αγαπιέται δεν αγαπιέται επειδή είναι αυτό που είναι, αλλά επειδή εξασφαλίζει σ` αυτόν που το αγαπάει κάποιο αγαθό ( χρήσιμο ) ή κάποια ευχαρίστηση. Αυτού του είδους οι φιλίες διαλύονται εύκολα.
Οι άνθρωποι που θέλουν το καλό των φίλων τους για χάρη των φίλων τους είναι οι γνησιότεροι φίλοι. Η φιλία αυτών των ανθρώπων διαρκεί για όσο διάστημα αυτοί είναι αγαθοί – και η αρετή είναι κάτι το νόμιμο. Αυτού του είδους οι φιλίες είναι φυσικά σπάνιες, διότι αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι μόνο λίγοι.
4. Για την ευχαρίστηση και για το όφελος μπορούν να είναι φίλοι ο ένας του άλλου : α ) ακόμη και κατώτερης ποιότητας άνθρωποι και β ) καλοί άνθρωποι με κατώτερης ποιότητας ανθρώπους.
5. Η αγάπη είναι πάθος, ενώ η φιλία είναι έξη. Γιατί την αγάπη μπορεί κανείς να την έχει το ίδιο και για τα άψυχα πράγματα, η ανταπόδοση όμως της αγάπης προϋποθέτει προτίμηση και επιλογή : αυτή η προτίμηση και επιλογή πηγάζει από μια έξη.
6. Να είναι κανείς φίλος με πολλούς ανθρώπους κατά τον τύπο της τέλειας φιλίας δεν είναι δυνατό. Η πραγματική ( τέλεια ) φιλία ταιριάζει περισσότερο με τη φιλία για την ευχαρίστηση και όχι για το όφελος. Οι ευτυχείς και οι ευδαίμονες άνθρωποι τους χρήσιμους φίλους δεν τους χρειάζονται, τους ευχάριστους όμως τους χρειάζονται.
7. Υπάρχει και ένα άλλο είδος φιλίας, αυτή που βασίζεται στην υπεροχή, π.χ. η φιλία του πατέρα με το γιο του, του άρχοντα με τον αρχόμενο κ.λ.π. Ούτε παίρνει η μια πλευρά από την άλλη τα ίδια πράγματα, ούτε και πρέπει να ζητάει τα ίδια πράγματα.
8. Η φιλία συνίσταται μάλλον στο να προσφέρει κανείς παρά στο να δέχεται αγάπη. Η φιλία που συνάπτεται για το όφελος θεωρείται πως είναι η κατεξοχήν φιλία που συνάπτεται μεταξύ αντίθετων, π.χ. ανάμεσα στο φτωχό και στον πλούσιο.
9. Παράδειγμα : είναι φοβερότερο να κλέψει κανείς ένα σύντροφο παρά ένα συμπολίτη ۠ είναι φοβερότερο να μη βοηθήσει τον αδελφό του παρά έναν ξένο. Η φύση έτσι το όρισε, ώστε μαζί με τη φιλία να αυξάνει το δίκαιο.
10. Τρία είδη πολιτεύματος υπάρχουν και δίπλα σ` αυτά άλλες τόσες παρεκκλίσεις ( κάτι σα φθορές τους ). Τα πολιτεύματα είναι : η βασιλεία ( μοναρχία ), η αριστοκρατία και η τιμοκρατία. Η τυραννίδα ( χειρότερη παρέκκλιση ) δεν είναι παρά ο εκφυλισμός της βασιλείας και ο κακός βασιλιάς γίνεται τύραννος. Εκφυλιζόμενη η αριστοκρατία καταντάει ολιγαρχία, και η εκφυλιζόμενη τιμοκρατία καταντάει δημοκρατία.
11. Σε καθένα από τα πολιτεύματα κάνει την εμφάνισή της μια αντίστοιχη μορφή φιλίας.
12. Η φιλία προϋποθέτει πάντοτε συνύπαρξη και συνάφεια ανθρώπων. Οι γονείς αγαπούν τα παιδιά τους επειδή είναι ένα κομμάτι του εαυτού τους, και τα παιδιά αγαπούν τους γονείς τους επειδή είναι κάτι που προήλθε από εκείνους.
13. Όμορφο και ωραίο είναι να κάνεις το καλό χωρίς να περιμένεις ανταπόδοση, συμφέρον όμως είναι να αφήνεις τους άλλους να σου κάνουν καλό.
14. Για παράδειγμα, στις περιπτώσεις των τιμών προς τους θεούς και προς τους γονείς, κανείς δε θα μπορούσε ποτέ να τους ανταποδώσει αυτό που πραγματικά τους οφείλει, αυτός όμως που τους υπηρετεί και τους τιμά στο βαθμό που μπορεί λογαριάζεται καλός άνθρωπος. Ο γιος μένει πάντοτε χρεώστης προς τον πατέρα του.
ΣΧΟΛΙΑ 8ου ΒΙΒΛΙΟΥ
Η κοινωνία είναι πρώτα πρώτα η κοινότητα, η σχέση δύο ή περισσότερων ατόμων, η κοινωνική ομάδα – όποια κι αν είναι αυτή ( οικογένεια, εμπορική σχέση, στρατός, πόλη κ.λ.π.). Κάθε ομάδα δεν είναι πάντως κοινότητα. Η ομάδα π.χ. που αποτελούν το αφεντικό και ο δούλος δεν είναι κοινότητα : τίποτε το κοινό δεν υπάρχει ανάμεσα στα μέλη αυτής της ομάδας.
Αν η ολιγαρχία είναι το πολίτευμα στο οποίο η εξουσία είναι συγκεντρωμένη στα χέρια των πλουσίων ( άρα των λίγων ), η δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο η εξουσία ανήκει στους φτωχούς ( άρα στους πολλούς ).
ΒΙΒΛΙΟ 9ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΙΑ ( συνέχεια )
ΚΕΦ.1
Σε όλα τα είδη φιλίας ανάμεσα σε ανόμοιους ανθρώπους ισότητα δημιουργεί μεταξύ των δύο πλευρών και διασώζει τη φιλία η αναλογία στα ανταλλασσόμενα μεταξύ τους πράγματα.
ΚΕΦ. 2
Πρέπει να ξεπληρώνει πάντοτε κανείς το χρέος του.
ΚΕΦ. 3
Για ποιους λόγους και πότε πρέπει να διαλύεται μια φιλία ; Ποια πρέπει να είναι η συμπεριφορά μας προς τον πρώην φίλο μας ;
ΚΕΦ. 4
Οι φιλικές σχέσεις του ανθρώπου με τους άλλους έχουν την αρχή τους στη φιλική σχέση του ανθρώπου με τον ίδιο του τον εαυτό.
ΚΕΦ. 5
Η ευνοϊκή διάθεση μοιάζει να είναι η αρχή μιας φιλίας.
ΚΕΦ. 6
Η ομόνοια είναι πολιτική φιλία και σχετίζεται με το δημόσιο συμφέρον.
ΚΕΦ.7
Οι ευεργέτες αγαπούν τους αποδέκτες της ευεργεσίας περισσότερο από ό,τι οι αποδέκτες της ευεργεσίας τους ευεργέτες τους.
ΚΕΦ. 8
Ο ενάρετος άνθρωπος πρέπει να είναι φίλαυτος ( να αγαπάει δηλ. τον εαυτό του ).
ΚΕΦ. 9
Για να είναι ευδαίμων ο άνθρωπος έχει ανάγκη από ενάρετους φίλους.
ΚΕΦ. 10
Πόσους φίλους πρέπει να έχει κανείς ; Απάντηση : όσοι είναι αρκετοί για τη συμβίωση.
ΚΕΦ. 11
Η παρουσία των φίλων είναι επιθυμητή και στις ευτυχισμένες και στις δυστυχισμένες στιγμές της ζωής μας.
ΚΕΦ. 12
Το πιο επιθυμητό πράγμα για τους φίλους είναι το να περνούν μαζί τις ώρες και τις μέρες τους.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Αυτοί που έχουν ένα πράγμα και αυτοί που θέλουν να το αποκτήσουν δεν το αποτιμούν με την ίδια αξία. Αυτό που έχει ο καθένας μας στην κατοχή του και αυτό που δίνει στον άλλον τα θεωρεί μεγάλης αξίας.
2. Πρέπει κανείς να ξεπληρώνει το χρέος του. Κανείς δεν έχει τις ίδιες υποχρεώσεις απέναντι σε όλους τους ανθρώπους. Κατά τη γενική αντίληψη το πρώτο και κύριο καθήκον μας προς τους γονείς είναι η συμπαράστασή μας στο θέμα της διατροφής τους, αφού τους είμαστε από την άποψη αυτή οφειλέτες. Αλλά και τιμή πρέπει να απονέμουμε στους γονείς ακριβώς όπως στους θεούς.
3. Σε αυτούς που έχουν δυνατότητα βελτίωσης πρέπει να προσφέρουμε βοήθεια για τη βελτίωση του χαρακτήρα του μεγαλύτερη από αυτήν που τους προσφέρουμε για τη σωτηρία της περιουσίας τους, διότι το πρώτο δείχνει μεγαλύτερη καλοσύνη.
4. Ο ενάρετος άνθρωπος θέλει να περνάει όλο του τον καιρό με τον εαυτό του, γιατί αυτό είναι κάτι που το κάνει με ευχαρίστηση, αφού και των παλαιότερων πράξεών του η ανάμνηση είναι τερπνή και οι προσδοκίες και προβλέψεις του για τις μελλοντικές του πράξεις είναι καλές και γι` αυτό ευχάριστες. Αλλά και το μυαλό του είναι γεμάτο από σκέψεις. Επίσης, τις λύπες του και τις χαρές του τις μοιράζεται κατά κύριο λόγο με τον εαυτό του. Ο ενάρετος άνθρωπος δεν αισθάνεται ποτέ μεταμέλεια.
Η σχέση του ενάρετου ανθρώπου προς το φίλο του είναι σαν τη σχέση προς τον εαυτό του – γιατί ο φίλος είναι ένας άλλος εαυτός μας. Οι γενικά μικρής αξίας άνθρωποι βρίσκονται σε διάσταση με τον ίδιο τους τον εαυτό : άλλα επιθυμούν ( ψυχρή λογική ) και άλλα θέλουν, όπως κάνουν π.χ. οι ακρατείς άνθρωποι : στη θέση αυτών που θεωρούν ότι είναι για τους ίδιους καλά πράγματα, προτιμούν και επιλέγουν τα ευχάριστα, που είναι όμως βλαβερά γι` αυτούς.
5. Η ευνοϊκή διάθεση είναι μια « ανενεργή » φιλία. Την ευνοϊκή διάθεση τη γεννάει κάποια αρετή και κάποια καλοσύνη.
6. Φιλική σχέση είναι και η ομόνοια. Η ομόνοια είναι πολιτική φιλία και σχετίζεται με το δημόσιο συμφέρον.
7. Οι περισσότεροι άνθρωποι ξεχνούν και προτιμούν να ευεργετούνται παρά να ευεργετούν. Το να προσφέρει κανείς αγάπη είναι κάτι το ενεργητικό, ενώ το να τη δέχεται είναι κάτι το παθητικό. Ακόμη : αυτά που έγιναν με μεγαλύτερο κόπο οι άνθρωποι τα αγαπούν περισσότερο ۠ αυτοί π.χ. που κέρδισαν οι ίδιοι τα χρήματα που έχουν τα αγαπούν περισσότερο από αυτούς που τα κληρονόμησαν. Αυτός είναι ο λόγος που οι μητέρες αγαπούν περισσότερο τα παιδιά τους, γιατί το να τα φέρουν στον κόσμο τους κόστισε περισσότερο κόπο.
8. Ο καθένας πρέπει να αγαπάει κατά κύριο λόγο τον εαυτό του. Ο άνθρωπος λέγεται εγκρατής ή ακρατής ανάλογα με το αν ο νους του έχει ή δεν έχει τον έλεγχο του εαυτού του ۠ έτσι ο καθένας μας δεν είναι παρά ο νους του. Ο ενάρετος άνθρωπος πρέπει να είναι φίλαυτος, ενώ ο κακός άνθρωπος δεν πρέπει να είναι, γιατί αυτός θα βλάψει και τον εαυτό του και τους άλλους, καθώς ακολουθεί τα κακά του πάθη. Ο ενάρετος άνθρωπος θα προτιμούσε μια μικρής διάρκειας έντονη ηδονή από μια μεγαλύτερης διάρκειας ήρεμη και άνετη απόλαυση, θα προτιμούσε μια πράξη όμορφη μεγάλης αξίας παρά πολλές μικρής αξίας.
9. Κανένας, πράγματι, δε θα προτιμούσε να έχει όλα τα αγαθά του κόσμου αν ήταν να τα χαίρεται μόνος του, γιατί ο άνθρωπος είναι ένα ον προορισμένο να ζει στην κοινωνία της πόλης ( κράτους ), που σημαίνει ότι η ίδια η φύση τον προόρισε να ζει μαζί με άλλους ανθρώπους. « Είμαι ευδαίμων » θα πει « ζω και ενεργώ », γιατί η ευδαιμονία είναι ενέργεια.
10. Φίλοι που ο αριθμός τους είναι μεγαλύτερος από αυτόν που είναι ικανοποιητικός για την εξυπηρέτηση των αναγκών της ζωής μας είναι περιττοί και αποτελούν εμπόδιο για μια ( ηθικά ) όμορφη ζωή – ακριβώς όπως το καρύκευμα στο φαγητό μας. Είναι καλό να μη ζητάει κανείς να έχει όσο το δυνατό μεγαλύτερο αριθμό φίλων. Η δυνατή φιλία μόνο με λίγους είναι δυνατή.
11. Όλοι οι άνθρωποι αποφεύγουν να προξενούν λύπη στους φίλους τους. Αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι με δυνατό ανδρικό χαρακτήρα κοιτάζουν πώς να μην κάνουν τους φίλους τους να στεναχωριούνται με τις δικές τους στεναχώριες και δε δέχονται να θρηνούν κάποιοι άλλοι μαζί του, δεδομένου ότι και ο ίδιος δεν είναι άνθρωπος των θρήνων. Αντίθετα με αυτούς ενεργούν οι γυναίκες και οι παρόμοιου χαρακτήρα άντρες.
12. Η φιλία είναι συναναστροφή και επικοινωνία. Οι φίλοι επιθυμούν τη συμβίωση. Η φιλία των καλών ανθρώπων συναυξάνεται με τη συχνή συναναστροφή και επικοινωνία τους. Ο ένας στον άλλον ασκεί βελτιωτική επιρροή.
ΣΧΟΛΙΑ 9ου ΒΙΒΛΙΟΥ
Η πολιτική φιλία είναι για τον Αριστοτέλη μια φιλία για το χρήσιμον, γιατί η πολιτική κοινωνία είναι ακόμη γι` αυτόν μια καθαρή κοινωνία του συμφέροντος.
ΒΙΒΛΙΟ 10ο
ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΔΟΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ
ΚΕΦ. 1
Η ηδονή είναι στενότατα δεμένη με τη φύση μας.
ΚΕΦ. 2
Παρουσιάζεται η θεωρία του Εύδοξου του Κνίδιου ( τέσσερα συνολικά επιχειρήματα ) ότι η ηδονή είναι το υπέρτατο αγαθό.
ΚΕΦ. 3
Η ηδονή δεν είναι το ύψιστο αγαθό.
ΚΕΦ. 4
Τι είναι ηδονή ; Η ηδονή κάνει τέλεια τις ενέργειες, άρα και τη ζωή των ανθρώπων.
ΚΕΦ. 5
Οι ενέργειες και οι ηδονές διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το είδος. Στην κάθε ενέργεια αντιστοιχεί η οικεία ηδονή.
ΚΕΦ. 6
Ανακεφαλαίωση όσων ειπώθηκαν στα προηγούμενα για την ευδαιμονία.
ΚΕΦ. 7
Το πιο σημαντικό και το πιο ευχάριστο για τον άνθρωπο είναι η σύμφωνη με το νου ζωή.
ΚΕΦ. 8
Η τέλεια ευδαιμονία είναι η θεωρητική / φιλοσοφική ενέργεια. Ο νους είναι ό,τι πιο θεϊκό υπάρχει μέσα στον άνθρωπο.
ΚΕΦ. 9
Η ψυχή πρέπει να καλλιεργηθεί μέσω του εθισμού ώστε να αισθάνεται τη χαρά και τη λύπη με τον τρόπο που πρέπει. Η ανατροφή και οι ασχολίες των νέων πρέπει να ορίζονται με νόμους.
ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Για να διαμορφώσουμε έναν ενάρετο χαρακτήρα θα πρέπει να χαιρόμαστε γι` αυτά που πρέπει και να μισούμε αυτά που πρέπει.
2. Η ηδονή δεν είναι το υπέρτατο αγαθό.
3. Κάθε ηδονή δεν είναι άξια επιλογής και προτίμησης. Επίσης, κάποιες ηδονές είναι επιθυμητές καθεαυτές, που διαφέρουν από τις άλλες ως προς τη φύση τους ή την προέλευσή τους.
4. Η ηδονή δεν είναι κίνηση ούτε γένεση ۠ η ηδονή είναι ένα ενιαίο όλο. Ορισμένα πράγματα μας ευχαριστούν όταν είναι καινούργια, αργότερα όμως δε μας ευχαριστούν με τον ίδιο τρόπο, έτσι η ηδονή μειώνεται. Όλοι επιθυμούν την ηδονή, όπως ακριβώς όλοι επιθυμούν τη ζωή. Η ζωή είναι ενέργεια και η ηδονή κάνει τέλειες τις ενέργειες, άρα και η ζωή.
5. Οι ηδονές διαφέρουν μεταξύ τους : οι ενέργειες π.χ. της διάνοιας διαφέρουν από τις ενέργειες των αισθήσεων και πάλι αυτές διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το είδος. Η ηδονή συντελεί στην αύξηση της ενέργειας.
6. Η ευδαιμονία δεν είναι έξη, και είναι αυτάρκης. Γιατί τα πάντα τα προτιμούμε και τα επιλέγουμε για χάρη κάποιου άλλου πράγματος, εκτός από την ευδαιμονία ۠ γιατί αυτή είναι τελικός στόχος. Ο ευδαίμων βίος είναι ο ενάρετος βίος, αυτός δηλ. που συνοδεύεται από κόπο και σοβαρές ενασχολήσεις και όχι ο βίος των διασκεδάσεων.
7. Ο νους είναι το ανώτερο από όλα τα πράγματα που υπάρχουν μέσα μας. Ο νους είναι κάτι το θεϊκό, είναι ο αληθινός μας εαυτός. Η ζωή του κάθε ανθρώπου που είναι σύμφωνη με το νου, αυτή είναι και η ευδαιμονέστατη.
8. Κανένα ζώο δεν ευδαιμονεί, γιατί με κανέναν τρόπο δε συμμετέχουν στο θεωρητικό / φιλοσοφικό στοχασμό. Ο άνθρωπος λοιπόν που ενεργεί σε συμφωνία προς το νου, που υπηρετεί το νου και τον φροντίζει, ο άνθρωπος αυτός φαίνεται ότι και σε άριστη ψυχική κατάσταση βρίσκεται και ιδιαίτερα αγαπητός στους θεούς είναι.
9. Η ψυχή πρέπει να καλλιεργηθεί μέσω του εθισμού ώστε να αισθάνεται τη χαρά και τη λύπη με τον τρόπο που πρέπει.
ΣΧΟΛΙΑ
Ο Σόλωνας ήταν γνωστός νομοθέτης της Αθήνας ( 7ος / 6ος αι. π.Χ.), ένας από τους λεγόμενους Επτά Σοφούς.-
|
|
|
|
|
|
|
Today, there have been 25 visitors (45 hits) on this page!
alex mandis
|
|
|
|
|
|
|
|